,αυθεντίες, ζόμπι έννοιες και πρόωρη τριχόπτωση, Βιάγκρα, κυτταρίτιδα και μπουκ-ιν στην αθανασία, στενά παπούτσια κλάψα, ναφθαλίνη κι αυτισμούς, μυξούλες, καφέδες χωρίς καϊμάκι, αλκοολισμούς αιμορροΐδες, κρυφούς έρωτες και σπανακόπιτες ποδολαγνίες, γαστροοισοφαγικές παλινδρομήσεις και μελισσούλες καράβια που φύγαν , καράβια που πάτε;; αυνανισμούς με θείες ξαδέρφες ξαδέρφους αίματα, ρολόγια, σκύλους κι απορρίμματα μπήχτες , μύστες, και τελωνειακούς, νεράιδες, χρυσόψαρα , κολπίτιδες, ρακένδυτους, παρένδυτους και κεφτεδάκια Παρίσια, ποδάγρα , καπρίτσια ροζ άχλες, βρεγμένα χώματα κι αρχαίο κάλος, φεμινισμούς, κουηρισμούς και νάιλον κάλτσες κι ας ταΐσουμε τα πεινασμένα πνεύματα που δεν θα ξεράσουνε ποτέ το γάλα που βύζαξαν από το διπολικό βυζί Δημουλίδου - Δημουλά. Δεν θα χορτάσουνε ποτέ. Πάντα πεινασμένοι και κενοί.
Σάββατο 26 Μαρτίου 2022
Το διπολικό βυζί Δημουλίδου-Δημουλά (Νόπη Φουντουκίδου)
Αυτόνομοι, Αυτόμονοι κι Αυτόμολοι
ποιητές...
ας ξεθάψουμε από συρτάρια
χυλόπιτες, κενά, αδιέξοδα,
χάρτινες ρινικές αλλεργίες,
μπούκλες, πολυσύλλαβες λέξεις,
αγαμία, βαθιά πολύ βαθιά νοήματα και ιλαρά,
η μαμά μου δεν μ αγαπάει και ο μπαμπάς μου δεν μ' αγόρασε ποδήλατο,
βροχή, αστραπόβροντα, ηλίαση,
θάλασσα, πολύ θάλασσα ακόμη περισσότερη θάλασσα
και λίγο κρασί λίγο θάλασσα και τ' αγόρι μου ου ου ου
επανάσταση, ναρκισσισμούς και καριοφίλια,
ματαιώσεις, φόβους και διάρροιες,
αγάπες με σπέρμα , αγάπες χωρίς σπέρμα
λογοκλοπές επιτυχείς και θλιβερές, εμμηνοπαυσιακές διακοπές
Δευτέρα 21 Μαρτίου 2022
Η νέα ελληνική εμμηνοπαυσιακή λογοτεχνία
Ας ξεκινήσουμε με μια υπόθεση εργασίας. Θα (κατα)δέχονταν ποτέ η Πολυδούρη ή η Γώγου να κάνουν τις πανηγυρτζούδες για λογαριασμό των εκδοτικών παραμάγαζων ή των κάθε λογής παρατρεχάμενων; Προφανώς και όχι. Τα ελεύθερα πνεύματα δεν μπαίνουν σε κανένα καλούπι, δεν φωτογραφίζονται σε ηδυπαθείς πόζες με γυαλιά πιγκουλίνι ούτε αυτογελοιοποιούνται σε πόζες ώσαν να κάνουν το μοντέλο του Ροντέν. Πέρα από τις γνωστές παθογένειες της εγχώριας λογοτεχνίας γκώσαμε στους καραγκιόζηδες και τις εμμηνοπαυσικές, αυτούς δηλαδή που το σύστημα αγαπάει όσο το κράτος την εκκλησία και σε κάθε φιέστα παρωδία των κρατικών τους καλούν όπως ο αρκουδιάρης την αρκούδα του για να τους βαρέσουν τα ντέφια σε αγαστή συνεργασία με τα πουλητάρια των πολιτιστικών επιφυλλίδων. Όσο για ποιότητα, άστα να πάνε. Όχι, μην πάει ο νους σας στη Χρυσηίδα, αυτή υπήρξε πάντα μάγκισα και αλάνι και δύο τρεις εμπειρίες τις είχε και τις έβγαλε και στο χαρτί. Για κάτι ουρσουλοπαυλίνες μιλάμε, κάτι Μαλαπορδές, άσε την Λενίτσα και την Αμάντα.Φτάσαμε στο βαρέλι του πολιτισμικού Μεσαίωνα, καταντήσανε το βιβλίο σουαρέ για να πίνουμε ζεστό τήλιο και βουτήματα με τους μαθουσάλες και τα λιγούρια από κάτω να χειροκροτούν και να τους τρέχουν τα σάλια σαν να βρίσκονται σε καμία λέσχη μπρίτζ, τόσο χαμηλά ώστε εκείνο το προφητικό επεισόδιο των απαράδεκτων να μοιάζει πιο επίκαιρο από ποτέ άλλοτε (Ά ρε Δημητρούλα), κι ενώ το κοινό τους φτύνει ροχάλες και περιμένει κάτι φρέσκο οι κάθε λογής "κριτικές" επιτροπές κοιμούνται τον ύπνο του δικαίου. Όσο για τους εκδοτικούς, αυτοί έχουν το ακαταλόγιστο, τους κληροδότησαν οι μπαμπάδες στους αχαΐρευτους τους γόνους και έχουμε τον Αργυράκη τον Καστανιώτη που δεν μπορεί να ξεχωρίσει το ταξί από τη φασολάδα. Γι΄αυτό σας λέω σύντροφοι, μπλέξαμε και που να ξεμπλέξεις τώρα. Θα τους τρώμε και θα τις τρώμε στη μάπα μέχρι τη δευτέρα παρουσία...
Μια Μικρή Ιστορία (Του Απόστολου Θηβαίου)
Από το βιβλίο Του πολέμου
Είμαστε κάτι διάχυτες αισθήσεις.
Και προχωρεί μόνος μίλια. Χνάρια στο χιόνι και ξαστεριά. Όλα βαδίζουν μαζί του. Αν το θέλει ο θεός θα τα καταφέρει. Είδε κιόλας τα φώτα της τελευταίας, συνοριακής γραμμής.
Κράτα γερά, ένα βήμα ακόμη. Βρεγμένα γόνατα. Όπως όταν ήταν παιδί, σκέφτηκε και καθώς ένας όλμος έπεφτε και έπεφτε και έπεφτε, είπε από μέσα του μια ευχή. Και ο όλμος γίνηκε χίλια κομμάτια πάνω από κάποια γειτονιά. Προχώρησε σκουπίζοντας τα δάκρυά του. Και άλλοι πολλοί κλαίγανε μαζί του, γέροι, παιδιά, μανάδες, είχαν καθίσει στην άκρη του δρόμου και παίζανε σε κάτι φανταστικές κιθάρες τραγούδια πονεμένα.
Οι χορδές του κρέμονται σαν αντένες, οι χορδές τους κρέμονται σαν αντένες.
Αύριο θα έχει ένα καινούριο όνομα, μια καινούρια ζωή. Όλα τα παλιά θα απομείνουν πίσω να καίγονται. Με φτυαριές τα συνεργεία του αύριο θα σαρώσουν τον χαλασμένο κόσμο. Και οι πολιτείες θα πάρουν μπρος, σαν καλοφτιαγμένες ατμομηχανές, προορισμένες να πάρουν πάντα εμπρός.
Ένα βήμα, την φορά, όλο και βαθύτερο, όλο και δυσκολότερο. Η Σφίγγα στην άκρη του δρόμου με στολή παραλλαγής, μοιάζοντας με όλα μας τα πρόσωπα μαζί θέτει το ερώτημα. Και εμείς περήφανοι σκοτώνουμε το τέρας που είμαστε εμείς. Δικό μας το ερώτημα, δική μας η απάντηση.
Ήχους παράφωνους ξυπνάει, ήχους παράφωνους ξυπνάει.
Κάποιος του μιλά. Ίσως να είναι ο καλός άγγελος που λένε πως ο καθένας μας έχει στο πλάι του. Για τις ώρες τις δύσκολες, τις ώρες που διδάσκεσαι την μεγάλη ήττα, την σκληρή απόφαση, το αντίο και την γλαυκή μοναξιά. Δεν αποκρίνεται μόνο προχωρεί προς την τελευταία, συνοριακή γραμμή, απαντώντας στα καλέσματα του καιρού. Στα νεύρα του χτυπά η ζωή και ο ουρανός με τα θαύματά του. Μια μέρα θα πάψουμε να κλαίμε και θα πάρουμε τον δρόμο σαν πάντα.
Δίπλα του περνούν καμιόνια με σκοτωμένους. Ατέλειωτες σειρές, εδώ και χρόνια τα κονβόι περνούν συντονισμένα από τους κεντρικούς δρόμους της ζωής. Σε στάση προσοχής αποχαιρετούμε τους άγνωστους νεκρούς που θρέφουν το μεγάλο χωνευτήρι της συλλογικής ψυχής. Απόψε η ποίηση γιορτάζει. Μα είναι παράταιρο από τα μάτια του να κυλάνε βρύσες, είναι παράταιρο που εκείνη η συνοριακή γραμμή όλο μετατίθεται στο κενό και εκείνος προχωρεί. Ένας καλός Χριστός που κατεβαίνει τους δρόμους της Αθήνας με κατάμαυρα, γυμνά κλαδιά και αλουμινένια φεγγάρια.
Μα γρήγορα θα πέσουνε σπασμένες
Γονατίζει. Ότι κάνει κάποιος θα πρέπει να είναι έρωτας. Ως και ο θάνατος. Αφήνει την τελευταία του πνοή μερικά μίλια μακριά από την συνοριακή γραμμή. Τα φώτα φάνηκαν καλύτερα πια και ίσως από κάπου να φτάνουν οι φωνές. Όλα είναι ένα όνειρο.
Και μας διώχνουνε τα πράγματα.
Τετάρτη 16 Μαρτίου 2022
Στα πόσα (λογοτεχνικά) αργύρια εξαγοράζεται η αξιοπρέπεια ρε!
Η αλήθεια είναι πως δεν μας αρέσει να γράφουμε τέτοια άρθρα, καθότι μας είναι πάντα δύσπεπτη η αποφορά που επικρατεί στο χώρο του βιβλίου και κυρίως ο παρασκηνιακός ευτελισμός του. Έχουμε ωστόσο χρέος να βγάζουμε τα άπλυτα στη φόρα, το κάναμε όταν αποκαλύψαμε τις παράνομες επιδοτήσεις που απέσπασε το περιοδικό "Χάρτης" και επανερχόμαστε με τη θέσπιση των "λογοτεχνικών βραβείων" καθώς φαίνεται πως τα κλεψιμέϊκα έπιασαν τόπο.Ελάχιστη βέβαια εντύπωση μας κάνει που το "σοβαροφανές" αφάν σκατέ της λογοτεχνίας όχι μόνο υποδέχτηκε αδιαμαρτύρητα τη συμμετοχή του στη βραχεία λίστα ενός αποδεδειγμένα κρατικοδίαιτου λαμογιού αλλά έσπευσε να κορδωθεί μαζί με τα εκδοτικά παραμάγαζα ωσάν να ανακοινώθηκε η υποψηφιότητα του για το νόμπελ. Παρακάτω παρουσιάζουμε τη λίστα της ντροπήςΠροφανώς και στην Ελλάδα ζούμε, όπου η έλλειψη ποιότητας αντισταθμίζεται με αλλαξοκωλίκια, εκδουλεύσεις και αργυρώνητες αγιογραφίες, ωστόσο ένας (1) χριστιανός δεν βρέθηκε να πετάξει πίσω στα μούτρα τη "βράβευση" ενός περιοδικού που αποδεδειγμένα υπεξαίρεσε δημόσιο χρήμα. Και φυσικά δεν μιλάμε για τον κύριο Αλισάνογλου (κεντρική φώτο) ούτε το εκδοτικό μαγαζάκι του που κορδώνεται σαν γύφτικό σκερπάνι για κάθε περιστροφή του τσακωνικού χωρού που πριμοδοτεί το ίδιο σηπτικό σύστημα. Αλλά για ανθρώπους που απεχθάνονται τη ρετσινιά του τζουτζέ και του συνενόχου (καθώς εντοπίσαμε και τέτοιους στη λίστα), αλήθεια ακόμα και για κείνους η (λογοτεχνική) αξιοπρέπεια τους αποτιμάται τόσο φτηνά. Και στην τελική στα πόσα αργύρια εξαγοράζεται;
Δευτέρα 14 Μαρτίου 2022
Βατικανό, τσάι και μηχανορραφίες (Του Χρήστου Χατζηκωνσταντίνου)
Ούτε που ξέρω πόσα χρόνια περίμενα αυτή τη στιγμή. Καλεσμένος σε μεταμεσονύχτιο τσάι με τον Πάπα. Φήμες λέγανε ότι αυτό ήταν το πρωτόκολλο για να χρίσει τον διάδοχο του σε περίπτωση παραίτησης του. Χιλιάδες συναισθήματα με κατέκλυζαν. Προσμονή, νευρικότητα, κάβλα. Σαν ταινία πέρασε μπροστά από τα μάτια μου ότι είχα περάσει για να φτάσω ως εδώ. Aπό τα 10 μου όταν κι αποφάσισα να ακολουθήσω το δρόμο του Θεού, η ζωή μου άλλαξε δραματικά. Οι συνομήλικοι μου άρχισαν να με παραμερίζουν σταδιακά αφού δεν θεωρούσα άξιο συζήτησης οτιδήποτε δεν αφορούσε τον άγιο Πατέρα, τα ιερά Κείμενα ή τις διάφορες παραλλαγές της πίτσας με ανανά. Την κατάσταση δεν βοήθησε η δραστική μείωση που επέβαλα στο χρόνο που σπαταλούσα στην προσωπική μου υγιεινή. Το πλύσιμο του σαρκίου μου μία φορά το μήνα ήταν ο ιδανικός αριθμός ώστε να προστατεύομαι από μολύνσεις και ταυτόχρονα να μην επιτρέπω στις εγκόσμιες απολαύσεις να με απομακρύνουν από τον πνευματικό μου στόχο: να αποδείξω στον πατέρα μου ότι μπορώ να πετύχω κάτι στη ζωή μου. Χάρη στην προσήλωση μου, στη διοργάνωση φιλανθρωπιών αλλά και στην ανεκτικότητα στα χάδια του παπά της ενορίας μου, ανελίχτηκα πολύ γρήγορα στην ιεραρχία της Εκκλησίας. Έγινα ένας από τους νεοτερους σε ηλικία καρδινάλιους και γρήγορα κέρδισα την εύνοια του Πάπα. Έτσι κατέληξα σε αυτή την πρόσκληση για τσάι, ένα αποπνικτικό αυγουστιάτικο βράδυ, με το φεγγάρι στις πρώτες του μέρες να ντύνει το Παπικό Παλάτι με ένα ασθενικό φως, απόλυτα ταιριαστό με τη μίζερη ζωή μου. Από τις σκέψεις μου με έβγαλε η φωνή του Πάπα, που μου ζητούσε να πάω και να ετοιμάσω το τσάι. Αργά αργά σηκώθηκα από τη θέση μου. Το λιβάνι που μύριζε μόνιμα κι η επιμονή του Πάπα να μην χρησιμοποιεί ηλεκτρισμό αλλά μόνο κεριά για τον φωτισμό του δωματίου, δημιουργούσαν μια αποπνικτική ατμόσφαιρα. Η μαστούρα που μου προκαλούσε αυτός ο χώρος, έκανε να μοιάζει ακατανόητη η επιμονή μας ενάντια στα ναρκωτικά. Έχω καπνίσει κάνναβη που με έφτιαξε πολύ λιγότερο θέλω να πω. Καθώς κατευθυνόμουν προς την κουζίνα, άγγιξα ασυναίσθητα την τσέπη του ράσου. Εκεί είχα τοποθετήσει το φιαλίδιο με το δηλητήριο. Ένα φιαλιδιο που με είχε κάνει να χάσω τον ύπνο μου την τελευταία εβδομάδα. Κληροδότημα της μοναδικής αμαρτίας που είχα διαπράξει από τότε που έγινα μέλος της Εκκλησίας: Το σπάσιμο του όρκου παρθενίας. Καποιοι θα ανέφεραν και τη νύστα που πιάνει κάθε συνομιλητή μου αλλά η Καθολική Εκκλησία είχε επιλέξει να εξαιρέσει το αμάρτημα της ανοίας από τα κατάστιχα της. Κάποιους μήνες πριν, είχα ερωτευτεί για πρώτη φορά στη ζωή μου. Τη λέγανε Αλίν. Μαζί της γνώρισα την αγάπη, τον έρωτα, τα αφροδίσια. Με έκανε να αλλάξω τον τρόπο που έβλεπα τον κόσμο. Σύντομα όμως, η σχέση μας πήρε μια σκοτεινή τροπή. Μου αποκάλυψε ότι ανήκε σε μια αίρεση που λάτρευε σαν θεό της τον μεγαλύτερο σατανά όλων: το προφυλακτικό με ραβδώσεις. Μου περιέγραψε περίεργα τελετουργικά, απάνθρωπα έθιμα και την εμπορική τους συμφωνία με την Durex που τους εξασφάλιζε ποινική ασυλία. Αλλά το αποκορύφωμα ήταν η πρόταση να γίνω μέλος της αίρεσης που συνοδευόταν από έναν βαρύ όρκο αίματος: Για να αποδείξω την πίστη μου στο προφυλακτικό με ραβδώσεις και να αποτινάξω τα βαρίδια του καθολικισμού, έπρεπε να δολοφονήσω τον Μέγα Ποντίφικα. ‘Ενας μεγάλος έρωτας μπορεί να σε κάνει να ξεπεράσεις τον εαυτό σου. Έτσι βαφτίστηκα πιστός της περιθωριακής αυτής αίρεσης και δέχτηκα να αναλάβω τη δολοφονία. Στην τελική το προφυλακτικό με ραβδώσεις μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι υπάρχει. Καθώς τοποθετούσα το νερό στην τσαγιέρα, απουσία ηλεκτρικού βραστήρα, σκεφτόμουνα ότι η απέχθεια του πάπα για τον ηλεκτρισμό συγκρινόταν μόνο με την απέχθεια των πιστών για την κριτική σκέψη. Ακούγοντας τον γαλήνιο ήχο του νερού που έβραζε αναρωτήθηκα για πολλοστή φορά αν η απόφαση να δηλητηριάσω τον Πάπα ήταν η σωστή. Η αλήθεια είναι ότι αντιμετώπιζα ένα φοβερό δίλημμα. Μέσα μου συγκρούονταν ο παράφορος έρωτας μου για την Αλίν αλλά κι η ακράδαντη πίστη μου στην καθολική Εκκλησία. Μια ενάρετη ζωή με νηστεία με προσευχή απέναντι στο ασυγχωρητό μου παραστράτημα. Μια αίρεση που στήριζε την θανάτωση πολλών μικρών επίδοξων ανθρώπων με ουρά απέναντι σε μια αίρεση που στήριζε την θανάτωση ανθρώπων από AIDS. Ο καθένας έσπερνε το θάνατο με τον τρόπο του. Αλλά η λύση δεν βρίσκεται σε ακραίες πολιτικές. Καταδικάζουμε τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται! Στιγμιαία πήρα την απόφαση μου. Δεν θα υπέκυπτα στο φανατισμό και στις άναρθρες κραυγές. Τα δύο άκρα ενός μαχαιριού είναι εξίσου επικίνδυνα. Τόσο οι υπηρέτες του Θεού όσο κι αυτοί του προφυλακτικού είναι επικίνδυνοι για την έννομη τάξη. Βγήκα στο μπαλκόνι κι ατένισα τον κατάμαυρο ουρανό. Το φεγγάρι ήταν ακόμα νεαρό και μπορούσες να διακρίνεις πολλά αστέρια διάσπαρτα στον αυγουστιάτικο ουρανό. Η πλατεία του Βατικανού ήταν άδεια από κόσμο. Μια απόκοσμη ησυχία απλωνόταν στο ιδιαίτερο αυτό κρατίδιο. Την πατρίδα του καθολικισμού, της Καπέλα Σιστίνα και της παιδικής κακοποίησης. Έβγαλα το φιαλίδιο από την τσέπη μου και χωρίς δισταγμό ήπια το περιεχόμενο του. Στα δευτερόλεπτα ζωής που μου απέμεναν μέχρι να δράσει, αποφάσισα να κάνω πράξη την πιο βαθιά κρυμμένη επιθυμία μου: Να τραγουδήσω δυνατά χωρίς να με νοιάζουν οι συνέπειες. Ένα τραγούδι που συνδύαζε το Θεό και τον Έρωτα, αυτούς που με οδήγησαν στην αυτοκτονία. Κι ενώ τραγουδούσα φωναχτά το “Θεός αν είναι”, ένιωσα τα μάτια μου να κλείνουν κι ετοιμάστηκα να αποχαιρετήσω τον μάταιο αυτό κόσμο με τον στίχο “Θεός αν είναι κι αν μ' αγαπάει κανείς”. Τραγουδάρα…
Σάββατο 12 Μαρτίου 2022
Stand up tragedy (απόσπασμα)
"Κώνειο!»
Αναφωνεί ο Βασιλοχαλκιάς δυσκολευόμενος να κρύψει τον ενθουσιασμό του. Τον κοιτάω προσπαθώντας να βγάλω άκρη.
«Φυτικό δηλητήριο προερχόμενο από το ρήμα κωνάω, δηλαδή περιστρέφω. Το φυτό είναι ιδιαίτερα διαδεδομένο στην Ελλάδα, ευδοκιμεί τόσο στον Ταύγετο όσο και στην Πάρνηθα ενώ η παραγωγή εκχυλίσματος από τα φύλλα του είναι ιδιαίτερα εύκολη. Ένας φίλος μου βοτανολόγος από την εποχή που συνυπήρχαμε στο χημείο της Σόλωνος έχει ασχοληθεί ενδελεχώς με τις παρενέργειες του αλλά και τυχόν θεραπευτικές ιδιότητες σε μικρή δοσολογία, επικοινωνήσαμε χτες και μου είπε πως τα αποθέματα του γεμίζουν τρεις νταμιτζάνες, ικανές να σκοτώσουν όχι μόνο το Λιθρινάκη αλλά και ολόκληρο ελέφαντα, μεταξύ μας δεν έχουν και ιδιαίτερη διαφορά»
«Δεν βρίσκεις τη σημειολογία κάπως προσβλητική, για να το θέσω όσο πιο απλά μπορώ»
«Πράγματι, ο Σωκράτης υπήρξε ο πρώτος ανατρεπτικός φιλόσοφος στην παγκόσμια ιστορία, η επιδραστικότητα του ήταν τέτοια στη νεολαία και την κοινωνία που το ίδιο το σύστημα έπρεπε να τον καρατομήσει. Η μήνυση έγινε από τον ποιητή Μέλυτο, τον πολιτικό και βυρσοδέψη Άνυτο και τον ρήτορα Λύκανο. Γνωστά χουντικά κοπρόσκυλα της εποχής, η διαφορά ήταν ότι ο Σωκράτης επέλεξε να πιει το δηλητήριο μόνος του, μια πράξη ηρωική και επαναστατική, ενώ ο Λιθρινάκης θα το καταναλώσει ενάντια στη θέληση του. Η ψευδαίσθηση της παντοδυναμίας που έχει θα διαλυθεί σε λίγα δευτερόλεπτα, αφού πρώτα νεκρώσουν οι νευρώνες του και σωριαστεί στο έδαφος σα τσουβάλι από σκατά. Έχεις κάποιο καλύτερο σχέδιο να προτείνεις;»
«Όχι, αλλά πως θα φτάσει το δηλητήριο στο ποτήρι του»
«Νομίζω ότι εδώ θα χρειαστεί να επιστρατεύσεις τη γοητεία της δικιάς σου»
Απαντάει αναφερόμενος στη Νούρια και η κάπως άκομψη διατύπωση του μου βάζει περεταίρω ψύλλους στ’ αυτιά…
Τετάρτη 9 Μαρτίου 2022
Ο πάτερ Παΐσιος (Του Αλέξανδρου Αδαμόπουλου)
Χρόνια πολλά καλόγερος, οδηγός πνευματικός ανθρώπων πολλών, μορφή μεγάλη,
άνθρωπος άγιος· κάποιο όμορφο ανοιξιάτικο δειλινό, μπαίνοντας μόνος στην
εκκλησία τής Μονής, βλέπει στον σταυρό τού τέμπλου τον Ιησού γυμνό και
σταυρωμένο.
Ολόγυμνο· όπως πράγματι ήτανε, διότι η σεμνοτυφία των αιώνων είναι λιγότερο
ισχυρή από την αλήθεια. Σάρκινον· διότι διότι η σεμνοτυφία των αιώνων είναι λιγότερο ισχυρή από την αλήθεια. Σάρκινον· διότι έτρεχε αίμα από τις πληγές του. Πληγές που και ο ίδιος είχε προξενήσει κάποτε.
Έμεινε έτσι αποσβολωμένος, κοιτώντας το όμορφο κορμί που ριγούσε στο κρύο μαρτύριο. «Γιατί με κρατάς σταυρωμένον εδώ; Κρυώνω· έλα, πάρε με στην αγκαλιά σου». Ο καλόγερος σταυροκοπήθηκε πολλές φορές, τού λύθηκαν τα γόνατα, κόλλησε ταπεινά το μέτωπο στις πλάκες τού δαπέδου. «Ναι, εγώ μιλώ» μίλησε ο σταυρός.
Ο καλόγερος έφυγε τρέχοντας και χώθηκε στο κελί του, κι όλη τη νύχτα είχε δίπλα τού τον Εσταυρωμένο -γυμνόν και γήινον- που ζητούσε επίμονα να ζεσταθεί στην αγκαλιά του.
Την άλλη μέρα πάλι τα ίδια. Την τρίτη, μπαίνοντας στην εκκλησία, βρήκε εκεί, ένα παλικάρι πανέμορφο. Έντρομος αρπάχτηκε απ’ το στασίδι του, έσκυψε κι άρχισε με συντριβή να λέει τις προσευχές του, κοιτώντας κρυφά, με δέος, μια τον σταυρό, μια το αγόρι: Ήσαν ίδιοι. Ήσαν απόλυτα ίδιοι.
Κανείς δεν είχε προσέξει, ανάμεσα στους προσκυνητές, αυτό το πλάσμα, μόνο του τώρα αντίκρυ στον σταυρό, που η σκιά του έδειχνε να το απειλεί βίαια.
Ο πάτερ Παΐσιος, αιστάνθηκε γλυκύτατη έλξη, λαχτάρα, να το τραβήξει πιο πέρα, οδηγώντας το απαλά από τον πάναγνο ισχνό τράχηλό του. «Κρυώνω· πάρε με στην αγκαλιά σου». Έφυγε σαν τρελός.
Όλη τη μέρα μαστιγώθηκε. Την επομένη νήστεψε και μαστιγώθηκε ξανά. Την τρίτη αυνανίστηκε. Έκτοτε εγκατέλειψε το μοναστήρι και ζει στην έρημο. Στην έρημο.Χωρίς τη συντροφιά κανενός.
Δευτέρα 7 Μαρτίου 2022
Στον Λευκό τον Πύργο, πήρα τα φιλιά της (δις) (Του Μπαχά Ιωάννη)
Είχα πολλά αφεντικά στη διάρκεια του βίου μου. Ανίκανους, αδιάφορους, εκδικητικούς, φθονερούς, μνησίκακους, δύστροπους με διάθεση ειρωνική, σαρκαστική αλλά και δολοφονική. Ο τελευταίος, και σίγουρα πλέον ο μοναδικός στην αιωνιότητα, είναι ο Εωσφόρος. Είναι αδιαμφισβήτητα ο χειρότερος. Μπορεί η Κόλαση να λειτουργεί άψογα και να βασανίζονται όσο πρέπει οι κολασμένοι, όμως εμείς τα στελέχη, οι αξιωματικοί, οι υπαξιωματικοί αλλά και το πολιτικό προσωπικό (ναι, υπάρχει τέτοιο με συμβάσεις ορισμένου χρόνου) μουρμουρίζουμε αιώνια για τις φρικτές μορφές που παίρνει η εκδικητικότητα του Πατερούλη μας και το σατανικό του χιούμορ που δεν κάνει διακρίσεις σε ανθρώπους και δαίμονες.
Πολλές φορές είδα να βασανίζονται το ίδιο άκαρδα οι μέχρι πρότινος βασανιστές που υπέπεσαν σε κάποιο παράπτωμα, συνήθως από συμπάθεια ή οίκτο προς τους ανθρώπους, με τρόπους απίθανους και συγκλονιστικούς και από τους καυτούς σταλαγμίτες έσταζε το τρομακτικό γέλιο του Απόλυτου Κακού. Υπήρξαν όμως και φορές που η θέα ενός δαίμονα που η λάγνα ουρά του προσπαθούσε να τον διακορεύσει ήταν ένα πολύ διασκεδαστικό θέαμα για τον Σατανά που εμπνεύστηκε και το βασανιστήριο. Και τότε, ντρέπομαι που το λέω, γελούσαμε και εμείς, οι δαίμονες υπηρεσίας.
Την κακία του γνώρισα ακριβώς τότε που πίστεψα πως ήταν ικανός για φιλία και αγάπη. Είχα να πάρω άδεια από τον ελληνικό εμφύλιο, όταν ανέβηκα από την πύλη στο ακρωτήριο Ταίναρο για να λουστώ επί μήνες στο αίμα των θυμάτων του αδελφοκτόνου πολέμου των Ελλήνων. Προκάλεσα απίστευτο πόνο, δάκρυ και φρίκη αλλάζοντας μορφές και στρατόπεδα ενώ και κάποιες φορές διασκέδασα αφάνταστα όταν εμφανιζόμουν με την τραγίσια μου μορφή στους αποκτηνωμένους εχθρούς και γούρλωναν τα μάτια τους. Τι εποχές!!! Βγήκα στην αναφορά και ζήτησα άδεια. Οι όροι ήταν πάντοτε οι ίδιοι: ο Βεελζεβούλ σε έστελνε όπου ήθελε, για όσο καιρό ήθελε και φυσικά έβαζε την ουρά του όπου του ήταν ευχάριστο.
Την ήξερα την πόλη, θυμόμουν με αγαλλίαση (παλαιότερη άδεια) αυτόν τον ξεπλυμένο τώρα πύργο που κάποτε έσταζε αίμα και μυαλά Ελλήνων όταν ο Τούρκος υπηρετούσε στην πόλη τον Διάβολο. Εμφανίστηκα μπροστά στην κλειστή πύλη (έγραφε πως είχαν απεργία οι αρχαιοφύλακες). Πολύς κόσμος ήταν μαζεμένος μπροστά στον Πύργο. Για μια στιγμή ξεγελάστηκα πως περίμεναν κάποια δημόσια εκτέλεση. Σύντομα κατάλαβα πως ήταν κάποιου είδους διαδήλωση. Ανάμεσα τους κάποιοι ντυμένοι σχεδόν σαν και μένα, με μαύρα ρούχα, άπλυτοι και με μακριά μαλλιά σε κότσο, καλόγεροι από το άγιο όρος (έχει και εκεί πύλη για τον Άδη).
“Όχι στο εμβόλιο των Εβραίων”
“Χριστιανοί, μη δέχεστε το τρύπημα του Διαβόλου”
“Σου βάζουν το χτικιό, μην το δεχθείς”
“Ορθοδοξία ή Θάνατος”
“Όχι στα έργα του Διαβόλου”
“Στον Άδη, στον Άδη οι φίλοι του Λιγνάδη”
Τεράστιες ταμπέλες, μαζί με ελληνικές σημαίες, ξύλινους σταυρούς, βυζαντινά λάβαρα και άνθρωποι όλων των ηλικιών σε έξαλλη κατάσταση που φώναζαν απίστευτες βρισιές και κατάρες μάλλον στους άλλους Θεσσαλονικείς που έκαναν εμβόλια, που δεν πήγαιναν εκκλησία, που κοιμόταν με άνδρες, που δεν ήταν Έλληνες χριστιανοί. Σκέφτηκα πως και αυτή τη φορά ο Βεελζεβούλ με έστειλε σε μια αδελφοκτόνο σύρραξη που θα με αποζημίωνε με το αίμα και τον πόνο που έσερνε. Όμως, από κάποια πολεμίστρα του Λευκού Πύργου, σίγουρα γελούσε αφού με άφησε με τη δαιμονική μου εμφάνιση ανάμεσα στο πλήθος πράγμα που είχα μόλις συνειδητοποιήσει.
“Νάτος, χριστιανοί ο Εξαποδώς, βρωμερός (εγώ;), έκφυλος και λάγνος (ναι, είχα κάποια διέγερση από το φιλοπόλεμο πάθος γύρω μου), μαύρος και κερατάς”, ούρλιαξε ο ρασοφόρος με μάτια που πέταγαν σπίθες και στόμα που έμμεσε αφρούς.
Έπιασα με το χέρι τα κέρατα και την ουρά μου, ενώ προσπάθησα να κρύψω τη γύμνια μου. Χωρίς χέρια να αμυνθώ, έφαγα ένα τρομερό χτύπημα στο κεφάλι με τη μαγκούρα ενός θεόχοντρου τύπου με περικεφαλαία και πανοπλία, ενώ την ίδια ώρα μια καταιγίδα από κλωτσιές και μπουνιές έπεσε πάνω μου. Κάποιοι τράβηξαν τις τρίχες μου προκαλώντας μου απίστευτο πόνο. Μπορούσες τουλάχιστον να με εμφανίσεις σαν καλόγερο, σκέφτηκα. Το μένος των ελληναράδων ήταν τόσο μεγάλο που σε λίγο δεν ήξεραν ποιόν χτυπούσαν και χώθηκα ανάμεσα στα πόδια τους για να ξεφύγω ματωμένος και με μώλωπες παντού. Τύλιξα γύρω μου μια βυζαντινή σημαία και κρύφτηκα απέναντι στο πάρκο.
Δεν ήταν και η καλύτερη σκέψη μου αλλά το κουνημένο από τις μπουνιές μυαλό μου, δεν ήταν σε θέση για πιο έξυπνες λύσεις. Δύο μοτοσυκλέτες με αστυνόμους σταμάτησαν μπροστά μου και έριξαν τους φακούς τους πάνω μου. Και εγώ με έβρισκα πολύ ύποπτο με μια αφύσικη στύση, ένα βρωμερό τρίχωμα και μια αποκρουστική τραγίσια μυρωδιά.
“Διάολε, αυτός βρωμάει σαν την Κόλαση (λάθος δεν βρωμάει η Κόλαση)” είπε ο ένας από αυτούς.
“Φίλε το γκλομπ του είναι πιο μεγάλο από τα δικά μας. Αυτό και αν είναι όπλο!!!”
“Αυτός είναι που ξεβρακώνεται μπροστά στα κοριτσάκια”
Ας με έντυνες Διάολε, τουλάχιστον. Αυτή τη φορά το ξύλο ήταν στοχευμένο και αν δεν ήμουν σίγουρος για την αθανασία μου, θα πίστευα πως θα πέθαινα. Αλλά ας είναι καλά ο Ασμοδαίος, δεν ήταν αυτό το τελευταίο του αστείο.
“Άστον τον φτωχοδιάβολο, αρκετό ξύλο έφαγε. Ειδοποίησε να τον παραλάβει περιπολικό και φεύγουμε έχουμε φόνο σε καφενείο στην Παπάφη”. Έφυγαν και με άφησαν σίγουροι πως δεν θα μπορούσα να σηκωθώ τουλάχιστον μέχρι το πρωϊ. Σύρθηκα μέχρι την πιάτσα των ταξί. Μπορεί να ένοιωσα το ξύλο μέχρι το μεδούλι, αλλά η αθάνατη φύση μου άρχισε να σιάζει το σώμα μου, δυστυχώς όμως αν δεν έβρισκα γρήγορα ρούχα, η Κόλαση θα συνέχιζε να διασκεδάζει με τα ψιλά γράμματα της άδειας μου.
Πήρα ταξί για τον άλλο τόπο βασανιστηρίων που ήξερα, το Γεντί Κουλέ. Και από εκεί είχα υπέροχες αναμνήσεις.
“Που πηγαίνουμε κύριε;” “Στο Γεντί Κουλέ” …………. “Φθάσαμε, αλλά έχει διαδήλωση, θα σε αφήσω λίγο πιο πέρα από τον Πύργο”. “Ποιόν Πύργο;” Με άφησε μπροστά στην κλειστή πύλη (έγραφε πως είχαν απεργία οι αρχαιοφύλακες). “Όχι στο εμβόλιο των Εβραίων” “Χριστιανοί, μη δέχεστε το τρύπημα του Διαβόλου” “Σου βάζουν το χτικιό, μην το δεχθείς” “Ορθοδοξία ή Θάνατος” “Όχι στα έργα του Διαβόλου” “Στον Άδη, στον Άδη οι φίλοι του Λιγνάδη” Πέρασα τρία χρόνια στη Θεσσαλονίκη, όσο κράτησε η καραντίνα για τον κορονοϊό. Τα μέτρα για την πανδημία απαγόερευαν τις εκδηλώσεις για τα καρναβάλια αλλά η πόλη ζούσε τις δικές της ατέρμονες καρναβαλικές παρελάσεις. Έκανα υπομονή, έτσι και αλλιώς κάθε μέρα είχε διαδήλωση για τα εμβόλια μπροστά στον Λευκό Πύργο και πάντα οι μπάτσοι δέρνουν έναν γυμνό άστεγο (και οι ταξιτζήδες σε πάνε όπου αυτοί θέλουν). Εγώ όμως δεν γνώρισα άλλους από αυτούς που με προϋπάντησαν την πρώτη και μοναδική μου μέρα. Πήρα ένα μάθημα από τον Λούσιφερ. Δεν ήταν άδεια, ήταν μετεκπαίδευση. Όταν γυρίσω στην Κόλαση, θα είμαι όσο κακός πρέπει ή όσο….. καλός γίνεται στη δουλειά μου. Ας είναι καλά η Θεσσαλονίκη και οι επανάληψη.
Παρασκευή 4 Μαρτίου 2022
Η αχαΐρευτη Κική Δημουλά
Το συγκεκριμένο editorial θα μπορούσε να είχε μπει και στην επέτειο του θανάτου της γνωστής «ποιήτριας», δεν το κάναμε όχι από σεβασμό προς τον νεκρό, έτσι και αλλιώς αυτός πάντα δεδικαίωται, αλλά γιατί δεν έβγαινε η ύλη μας. Άλλωστε ο λογοτεχνικός θάνατος της Δημουλά προηγήθηκε του βιολογικού της, η πτωμαΐνη που ανέδιναν οι στίχοι και οι αποστροφές της ήταν ιδανική για τις παρκετέζες της Ακαδημίας Αθηνών, των κρατικών βραβείων και των κάθε λογής τζουτζέδων των γραμμάτων που στη μετριότητα της αναγνώρισαν μια ιδανική ευκαιρία επιβολής ενός άοσμου χυλού πάνω στον οποίο θα πριμοδοτούσαν τα επερχόμενα πολυδιαφημισμένα φυντάνια.
Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος το είχε θέσει πολύ καλύτερα από εμάς: «Σκεφτείτε που έχει φτάσει ο Ελληνικός πολιτισμός για να θεωρούμαστε καλοί ποιητές η Δημουλά και εγώ». Ήταν πράγματι μέτριος ποιητής ο Ντίνος, αλλά κορυφαίος ευφυολόγος. Όσο για την Κική, όταν άνοιγε το στόμα της περισσότερο έκλανε παρά μιλούσε. Ποιος άλλωστε θα ξεχάσει τη δήλωση της για τους Πακιστανούς που τις έπαιρναν τα παγκάκια και κείνη δεν μπορούσε να κάτσει; Γεροντικές ιδιοτροπίες θα πει κανείς, αν φυσικά δεν λάβει υπόψη πως η καριέρα της συγκεκριμένης ξεκίνησε στα εβδομήντα και βάλε.
Η ποίηση εκτός από ανοιχτούς ορίζοντες προϋποθέτει και ανοιχτά μυαλά, ειδάλλως θα καταντήσεις να σκαρώνεις στίχους άβγαλτου κοριτσόπουλου της τρίτης γυμνασίου όπως: «Να φεύγεις από σχέσεις και ανθρώπους που δεν έδωσαν αγώνα για να σε κρατήσουν, από ανθρώπους που σε θεωρούσαν δεδομένο». Οι οποίοι μια χαρά κάνουν για σχολικά λευκώματα αλλά και για τη σελίδα του διοικούμενου από την Μενδώνη, τον Γιατρομανωλάκη και τους εκάστοτε κοπρίτες του ΥΠΠΟ που πίσω από τις μίζες και τις παράνομες επιδοτήσεις βρίσκουν ιδανική ευκαιρία να καλύψουν τις ματσακονιές με πορδίλες και «μπακαλιάρους» προς τέρψη του απαίδευτου και αδαούς κοινού…
Εν κατακλείδι βεβαία ουδόλως μας εκπλήσσει η ενθρόνιση αντίστοιχων ποιητών στο βάθρο του απυρόβλητου, καθώς κάθε (πνευματικός) Μεσαίωνας εκτός από τους ηγεμόνες είχε ανάγκη και τους ανάλογους γελωτοποιούς…
Soldiers of Fortune (Του Απόστολου Θηβαίου)
Φάρσα καμωμένη στο πόδι
Όπως η ιστορία
Και όπως η
λογική
(Διαλυμένο διαμέρισμα. Σκηνογραφία βγαλμένη από τις πιο διάσημες φωτογραφίες του Reuters. Μια
κουρτίνα που ανεμίζει, η τηλεόραση στην διαπασών, η εικόνα χάνεται μα επανέρχεται και ξανά πάλι.
Μεγάλη τραπεζαρία σε όλη την έκταση της σκηνής. Έξω ακούγονται βομβαρδισμοί, βλήματα που
πέφτουν και συχνοί πυροβολισμοί. Κάθε τόσο κάποιο λαθεύει και κάνει κομμάτια το σερβίτσιο της
γιαγιάς. Ένας ολομόναχος άνδρας γύρω στα πενήντα, ντυμένος στην τρίχα κάθεται στην κορυφή του
τραπεζιού. Πίνει το ποτό του σαν να μην συμβαίνει τίποτε. Πλάι του έχει έναν χαρτοφύλακα. Αν
εργάζεται, τότε δεν πρέπει να υπολογίζει το σημερινό μεροκάματο. Έχει αργήσει, μα ποιος νοιάζεται
κατά βάθος; Τον λένε στρατιώτη, έτσι απλά, δίχως όνομα. Κάπου στον κόσμο έχει μια μητέρα να τον
παραλάβει και αυτό είναι αρκετό.)
Στρατιώτης: (το σπίτι σείεται, ακούγεται μια κραυγή, έπειτα σιωπή) Αν αργήσουν λίγο ακόμη θα
φύγω. Έχω ένα όνομα, ένα πρεστίζ που λένε. Μιλούν για μένα οι άνθρωποι κάθε χώρας, τώρα πια
θα πρέπει να φερθώ αναλόγως. Είμαι, να δεις πώς το λένε, ένας πόλος, αυτό είμαι! Ναι, ένας
ολοστρόγγυλος πόλος! Σας πιστεύω που με λογαριάζετε για τρελό. Και εγώ ο ίδιος, ο πάνσοφος
κάπως έτσι θα φερόμουν. Δηλαδή, πάνω μου βασίζονται ένα σωρό φίλοι και η ευθύνη με βαραίνει,
καταλαβαίνετε. Ας είναι καλά ο ιατρός και οι συνταγές του. Το λοιπόν, ένα τέταρτο, έπειτα η βότκα
χάνει την σπιρτάδα της, κανείς δεν απολαμβάνει ένα χαλασμένο πιοτό. Μόλις έρθουν θα τους δώσω
τους όρους, υπογράφουν και τελειώσαμε. Ο καθένας στην μεριά του, θέλω να πω μπορούν να
μείνουν αν το θέλουν, με το αζημίωτο. Κύριοι, τα πράγματα έχουν ως εξής. Έχω ξαμολήσει τα σκυλιά,
νοθευμένα, έτοιμα να ξεκοιλιάσουν, να σκοτώσουν, να βιάσουν, να κάψουν. Έχουν βάλει στο μάτι
την ευτυχία του απλού ανθρώπου. Ακούνε σε έναν μυστικό κώδικα, το αρχαίο σινιάλο ακούγεται μες
στην καρδιά τους. Με ένα μου νεύμα, τα σκυλιά θα κατασπαράξουν την ωραία σας ευτυχία. Θα τους
ζητήσω να κάνουν ησυχία καθώς ένας όλμος, μια ταλαντούχα ρίψη κάνει κομμάτια μια από τις τρεις
πτέρυγες του συγκροτήματος κατοικιών. Μπράβο, μπράβο, θα αναφωνήσουν οι στρατηγοί που
καπνίζουν κάτω στον δρόμο. Και άλλο, και άλλο, θα πουν και τότε μια βροχή από όλμους, έτοιμους
να λήξουν θα πέσουν με θόρυβο. Είναι σκληρό πράγμα το φθινόπωρο, δεν νομίζετε κύριοι; Τότε
είναι που πρέπει να απαντήσουν. Αν το σακάκι μου λερωθεί θα εκνευριστώ, θα το θεωρήσω
ασέβεια, θα σφυρίξω στους στρατηγούς να τους σκοτώσουν όλους, πολίτες, στρατιώτες, άνδρες,
γυναίκες, παιδιά, μωρά, αρρώστους, ζώα, είμαι ένας μικρός θεός και θα τους φτιάξω από την αρχή,
αυτό θα τους πω αν αμφιβάλουν, με το περίστροφο στο χέρι. Η ζωή θα ανθίσει ξανά με ένα
φιλοδώρημα, είμαι βέβαιος.
(Ένα βλήμα τραντάζει συθέμελα το σπίτι, τα τζάμια τρίζουν, μερικά χαλάσματα πέφτουν πάνω στο
τραπέζι, τα σερβίτσια γίνονται κομμάτια, σφαίρες, σφαίρες, σφαίρες. Ο στρατιώτης σηκώνεται από την
θέση του. Ουρλιάζει σε μια ακατανόητη λέξη. Αρχίζει να ακούγεται ένα κελαριστό πιάνο, στην πιο
αισιόδοξη μελωδία που φαντάστηκες ποτέ. )
Ως εδώ! Αυτή ήταν η ευκαιρία σας. Να πείτε στα παιδιά σας πως ο τελευταίος θεός σας εγκατέλειψε.
Θαρρώ με περάσατε για αφελή και θα το πληρώσετε, το ακούτε;
(κοιτάζει από το παράθυρο, τόση ησυχία θα πρέπει να έχει ο θάνατος όταν χιονίζει στις πολιτείες του
κόσμου, του χρόνου. Φωνάζει.)
Είναι κανείς; Πείτε μου είναι κανείς;
(Κάποιος θα πρέπει να πει στον στρατιώτη πως ένα καθεστώς παίρνει πάντα εκείνο που του αξίζει. Και
πως η μοίρα των ηγετών του είναι σκληρή. Και εκείνοι το γνωρίζουν. Το έχουν διαβάσει, αλάνθαστα να
συμβαίνει μες στην παντοτινή ιστορία. Επίσης, αυτός ο κάποιος που με τόση απελπισία φωνάζει ο
στρατιώτης δεν υπάρχει, επειδή όλοι οι νέοι πολεμούν και ο ρόλος έμεινε ορφανός. Ένα
σαραβαλιασμένο κουράγιο κρατά τον πρωταγωνιστικό έργο που τελειώνει πικρά, δίχως σιντριβάνια και χρώματα και αλληλεγγύη)Δίχως Τέλος
Εγγραφή σε:
Σχόλια (Atom)


