Η νέα ελληνική εμμηνοπαυσιακή λογοτεχνία

Ας ξεκινήσουμε με μια υπόθεση εργασίας. Θα (κατα)δέχονταν ποτέ η Πολυδούρη ή η Γώγου να κάνουν τις πανηγυρτζούδες για λογαριασμό των εκδοτικών παραμάγαζων ή των κάθε λογής παρατρεχάμενων; Προφανώς και όχι. Τα ελεύθερα πνεύματα δεν μπαίνουν σε κανένα καλούπι, δεν φωτογραφίζονται σε ηδυπαθείς πόζες με γυαλιά πιγκουλίνι ούτε αυτογελοιοποιούνται σε πόζες ώσαν να κάνουν το μοντέλο του Ροντέν.
Πέρα από τις γνωστές παθογένειες της εγχώριας λογοτεχνίας γκώσαμε στους καραγκιόζηδες και τις εμμηνοπαυσικές, αυτούς δηλαδή που το σύστημα αγαπάει όσο το κράτος την εκκλησία και σε κάθε φιέστα παρωδία των κρατικών τους καλούν όπως ο αρκουδιάρης την αρκούδα του για να τους βαρέσουν τα ντέφια σε αγαστή συνεργασία με τα πουλητάρια των πολιτιστικών επιφυλλίδων. Όσο για ποιότητα, άστα να πάνε. Όχι, μην πάει ο νους σας στη Χρυσηίδα, αυτή υπήρξε πάντα μάγκισα και αλάνι και δύο τρεις εμπειρίες τις είχε και τις έβγαλε και στο χαρτί. Για κάτι ουρσουλοπαυλίνες μιλάμε, κάτι Μαλαπορδές, άσε την Λενίτσα και την Αμάντα.
Φτάσαμε στο βαρέλι του πολιτισμικού Μεσαίωνα, καταντήσανε το βιβλίο σουαρέ για να πίνουμε ζεστό τήλιο και βουτήματα με τους μαθουσάλες και τα λιγούρια από κάτω να χειροκροτούν και να τους τρέχουν τα σάλια σαν να βρίσκονται σε καμία λέσχη μπρίτζ, τόσο χαμηλά ώστε εκείνο το προφητικό επεισόδιο των απαράδεκτων να μοιάζει πιο επίκαιρο από ποτέ άλλοτε (Ά ρε Δημητρούλα), κι ενώ το κοινό τους φτύνει ροχάλες και περιμένει κάτι φρέσκο οι κάθε λογής "κριτικές" επιτροπές κοιμούνται τον ύπνο του δικαίου. Όσο για τους εκδοτικούς, αυτοί έχουν το ακαταλόγιστο, τους κληροδότησαν οι μπαμπάδες στους αχαΐρευτους τους γόνους και έχουμε τον Αργυράκη τον Καστανιώτη που δεν μπορεί να ξεχωρίσει το ταξί από τη φασολάδα. Γι΄αυτό σας λέω σύντροφοι, μπλέξαμε και που να ξεμπλέξεις τώρα. Θα τους τρώμε και θα τις τρώμε στη μάπα μέχρι τη δευτέρα παρουσία...

Σχόλια