Ο Κλέφτης των ματιών (Του Αχιλλέα Σωτηρέλλου)

Πάντα είχα αυτό το περίεργο φετίχ. Το πρώτο πράγμα που πρόσεχα σε μια γυναίκα ήταν τα μάτια της. Τα θεωρούσα το πιο όμορφο κομμάτι της. Μπορούσα να μιλάω μαζί τους, να τους κάνω έρωτα, να διακρίνω στο αντιφέγγισμα τους τους φόβους και τις αμηχανίες μου, να χαρτογραφώ την αινιγματική και αβυσσαλέα ψυχή των κατόχων τους ανιχνεύοντας μυστικά, πάθη, προσδοκίες και τραύματα. Οι περιστασιακές ή πιο μόνιμες ερωμένες μου είχαν όλες τους υπέροχα μάτια, όπως εκείνο το πανέμορφο μπιμπελό που γνώρισα στο μακρινό Τόκιο. Κάθε φορά που ανατρέχω πίσω στο χρόνο θυμάμαι το σχιστό σχήμα τους, την άρτια συμμετρία τους, το αδιόρατο μαγικό κύρτωμα στην ένωση των βλεφάρων. Λίγα χρόνια αργότερα ήταν μια Βελγίδα σε ένα μπαρ της Αμβέρσας που με μαγνήτισε, γιατί τα μάτια είναι μαγνήτες, φωτιά και ανταριασμένος ωκεανός που καλούν τους πιο παράτολμους να παγιδευτούν στους δαιδαλώδεις ιριδισμούς και τα ομόκεντρα δαχτυλίδια που αποκαλύπτονται σαν απαστράπτοντα μαργαριτάρια μέσα από τη σχισμή του μισάνοιχτου κελύφους. Το αμυγδαλωτό σχήμα τους αναδείκνυε περίφημα το πολύτιμο λιθάρι στο άνοιγμά του, και όταν φιλήδονα έκλειναν τα ματόκλαδα της και ελευθερώνονταν οι αναστεναγμοί η ψυχή αποχωριζόταν το σώμα για να ταξιδέψει σαν αστρική σκόνη σε απάτητα σύμπαντα και μακρινούς, αμαρτάνοντες γαλαξίες.
Με τα χρόνια απέκτησα ένα είδος εμμονής, η εννοιολογική αμφισημία τους, οι μυθολογικές τους αναφορές, η παρουσία τους σε δόγματα και θυρεούς επικίνδυνων αιρέσεων με οδηγούσε στην ακράδαντη πεποίθηση ότι το σύμπαν άρχιζε και τελείωνε μέσα τους. Η όραση αποτελούσε τον στυλοβάτη της ανθρώπινης αντίληψης ενώ η τύφλωση την εγγυήτρια της άγνοιας της. Οι αξιωματικοί της αστυνομίας που εισέβαλλαν στο μοναχικό πολυβολείο μου ανακάλυψαν έντεκα γυναικεία πτώματα. Σε όλα οι κόγχες τους ήταν κενές. Παρά τους βασανισμούς που υπέστην κατά τη διάρκεια της ανάκρισης δεν αποκάλυψα ποτέ το σημείο που φυλάγονταν τα μάτια τους. Δεν πρόκειται να αφήσω κανέναν να τα οικειοποιηθεί…

Σχόλια