Χριστουγεννιάτικη Συμφωνία (Του Νικήτα Δημητριάδη)

Ημέρες εορτών. Ο Νάσος, η Βάσια και ο Ηλίας είχαν από νωρίς συμφωνήσει να μαζευτούν στο σπίτι του πρώτου, για να βοηθήσουν στο στόλισμα του δέντρου αλλά και του σπιτιού γενικότερα. Ο Νάσος εδώ και χρόνια έμενε μόνος και αν δεν τον παρακινούσαν οι φίλοι του δεν θα έκανε κάτι σημαντικό - πόσο μάλλον να μπει σε τέτοια χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα. Αφού έκαναν τις απαραίτητες εργασίες, θεώρησαν ότι είχε έρθει η ώρα να χαλαρώσουν λίγο και ξεκίνησαν να βλέπουν κάποιες ταινίες σε μια online πλατφόρμα με τέτοιο περιεχόμενο. Σύντομα όμως άρχισαν να βαριούνται. Ο Ηλίας τότε πέταξε την ιδέα να παίξουν χαρτιά αλλά δυστυχώς μετά από λίγο και αυτή η δραστηριότητα δεν έφερε κάποια αναζωογόνηση στο γενικότερο κλίμα. Η Βάσια σαν πιο τολμηρή της παρέας, έθεσε την πρόταση να παίξουν το παιχνίδι “Θάρρος Ή Αλήθεια”, που έπαιζαν από μικροί ακόμα, από τότε που έκαναν παρέα στο σχολείο. Για μια στιγμή θεωρήθηκε σαν καλή ιδέα και θα προχωρούσαν στην υλοποίηση της αν δεν διαφωνούσε ο Νάσος: “Πάλι αυτό; Εδώ και τόσα χρόνια όταν βαλτώνει το κέφι της παρέας μας καταφεύγουμε σ’ αυτή την λύση. Δεν λέω, καλό ήταν αλλά νομίζω ότι δεν είμαστε πλέον παιδιά!”, συμπληρώνοντας την πρόταση του με ένα χαμόγελο. “Και τι προτείνεις τότε; Ή μήπως διαφωνείς απλά και μόνο για να ‘χεις να πεις κάτι;” αντέδρασε λίγο θεατρικά ομολογουμένως ο Ηλίας. “Ναι, Νάσο έχεις καμιά καλύτερη ιδέα μήπως;” συμπλήρωσε η Βάσια. “Φυσικά και έχω και μάλιστα τέτοια που θα σας εκπλήξω”, πρόσθεσε με ένα κρυφό χαμόγελο και αφού σηκώθηκε, βγήκε από το δωμάτιο. Οι άλλοι δύο κοιτάχτηκαν μεταξύ τους με έντονη την απορία ζωγραφισμένη στο πρόσωπο τους η οποία αυξάνονταν όση ώρα έκανε να επιστρέψει Ο Νάσος στο δωμάτιο. Όταν τελικά γύρισε κουβαλούσε με έναν κάποιο κόπο ένα τραπεζάκι, που φαινόταν βαρύ κρίνοντας από την δυσκολία που έγινε ακόμα πιο εμφανή όταν τελικά το τοποθέτησε στο κέντρο του χώρου. Αφαιρώντας το κάλυμμα, μπορούσε κάποιος να διακρίνει το ξύλο σκονισμένο από κάτω ενώ φαίνεται να υπήρχε γραμμένο και το αλφάβητο αν και με περίεργη γραμματοσειρά. “Τι είναι τούτο πάλι;” έκανε ο Ηλίας. “Αυτό είναι ένα παιχνίδι...για κάπως μεγαλύτερους, καλή ώρα”, συνέχισε στο ίδιο αινιγματικό του ύφος ο Νάσος. “Και που το βρήκες;” αναρωτήθηκε η Βάσια. “Στα παλιά πράγματα του παππού που φυλούσε στην σοφίτα. Όπως ξέρετε ο κυρ-Θανάσης είχε μια μανία να παίρνει γύρα τα διάφορα παλαιοπωλεία της πόλης και ό,τι του γυάλιζε το μάτι να το κουβαλά στο σπίτι. Περιττό φυσικά να πω ότι ακόμα προσπαθούμε να ξεσκαρτάρουμε την σοφίτα που είναι ακόμα γεμάτη από τα ευρήματα των περιπλανήσεων του σε τέτοια μαγαζιά” και μην αφήνοντας κανέναν να προλάβει να πάρει τον λόγο συνέχισε “δεν πρόλαβε να μου πει και πολλά ο παππούς για αυτό αλλά ευτυχώς τα λίγα που έμαθα τα συμπλήρωσα διαβάζοντας κάτι σημειώσεις που βρήκα πολύ καιρό μετά στην σοφίτα και που εικάζω ότι ήταν δικές του”. Κατόπιν τους εξήγησε ότι μπορούν να το χρησιμοποιήσουν σαν μέσο για επικοινωνία που δεν είναι ακριβώς και τόσο συμβατική, μιας και μπορούσε να φέρει σε επαφή πλάσματα που δεν ήταν σ’ αυτόν τον κόσμο - τουλάχιστον αυτό έλεγε η θεωρία. “Όπως και να ‘χει δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε να δοκιμάσουμε, πόσο μάλλον αν περισσότερο το λάβουμε υπόψη σαν ένα πείραμα παρά σαν κάτι το σοβαρό”, κατέληξε μετά από λίγο ο Νάσος. “Τι να σου πω, δεν το έχω ακούσει ξανά αυτό το παιχνίδι αλλά από την άλλη δεν με εμπνέει και πολύ”, είπε ο Ηλίας, ελαφρώς ίσως καχύποπτος. “Εγώ από την άλλη δεν θα είχα θέμα να το δοκιμάσω. Εξάλλου, αλήθεια τι έχουμε να χάσουμε;” αντιπρότεινε η Βάσια. “ ̈Λοιπόν, Ηλία τι λες; Ή μήπως φοβάσαι;” είπε ο Νάσος γυρνώντας απευθυνόμενος με ένα μειδίαμα στον Ηλία. Ήξερε ότι αυτό ήταν το αδύνατο σημείο του, κάτι που επαληθεύτηκε: “Χα! Σιγά μην φοβάμαι ένα κομμάτι ξύλο. Άντε λοιπόν, ας δούμε τι είναι και αυτό!”.
Και έτσι ξεκίνησαν, στην αρχή δειλά και αστειευόμενοι προσπαθώντας να καλέσουν διάφορες διάσημες προσωπικότητες του παρελθόντος και σε κάποια φάση ο Νάσος - που ήταν πολύ καλός στην μίμηση φωνών - φανερά πλέον έπαιζε τον ρόλο του πνεύματος. Αυτό φυσικά καθόλου δεν ενόχλησε τους φίλους του καθώς και διασκέδαζαν και ήταν χαλαροί, γι’ αυτό και συνέχισαν το παιχνίδι μέχρι που πήρε να βραδιάζει για τα καλά. Θα ήταν γύρω στα μεσάνυχτα όταν νιώθοντας τα πράγματα να παίρνουν την συνηθισμένη τους ροπή προς την επανάληψη και η ανία για άλλη μια φορά να βρίσκεται προ των πυλών, σκέφτηκαν να το παρατήσουν το παιχνίδι και να βρουν κάτι άλλο να κάνουν. Εκείνη την στιγμή όμως ο Νάσος είπε με κάποια ζωηράδα: “Τι θα λέγατε να καλούσαμε ένα πνεύμα; Όχι όμως ένα οποιοδήποτε αλλά αυτό των Χριστουγέννων!”. Σιωπή απλώθηκε στην ομήγυρη. “Να σου πω...δεν είναι και τόσο άσχημη ιδέα” είπε ο Ηλίας και η Βάσια έσπευσε να συμφωνήσει: “Ναι ρε ‘συ, αυτό και αν θα είναι ενδιαφέρον!”. Αφού συμφώνησαν όλοι μαζί, τότε ξεκίνησαν πάλι την διαδικασία, αυτή την φορά με ένα ελαφρώς πιο σοβαρό ύφος. “Πνεύμα των Εορτών, είσαι εδώ;” αναρωτήθηκε φωναχτά ο Νάσος ενώ είχε το δάχτυλο του πάνω στο αλφάβητο. Καμία αντίδραση. “Πνεύμα των Χριστουγέννων είσαι εδώ;” πιο δυνατά αυτή την φορά. Και πάλι ουδεμία αντίδραση. “Πνεύμα, ω πνεύμα αυτής της περιόδου είσαι εδώ;” δοκίμασε για τρίτη φορά ο Νάσος. Και ενώ ήταν έτοιμη να ξεσπάσουν σε γέλια από αυτή την προφανή αποτυχία, άξαφνα το δάχτυλο του φάνηκε ανεπαίσθητα να κινείται προς το “Ναι”, μια ένδειξη πλάι στο “Όχι” κάτω ακριβώς από το αλφάβητο. “Χα!” αναφώνησε ο Ηλίας, πιότερο από προσποιητή έκπληξη παρά από ουσιαστική. “Πνεύμα, είσαι εδώ μαζί μας αυτή την στιγμή;” συνέχισε ο Νάσος και το δάκτυλο του έκανε έναν μικρό κύκλο στο ίδιο σημείο. Η Βάσια φανερά πλέον το διασκέδαζε και ανυπομονούσε για την επόμενη φάση του παιχνιδιού. “Πνεύμα, θα ήθελες να μοιραστείς λίγη από την σοφία σου μαζί μας;” και το δάχτυλο αυτή την φορά μετακινήθηκε δίπλα, στο “όχι” προς μεγάλη έκπληξη και απογοήτευση ίσως των παρευρισκόμενων. “Μα γιατί όχι;” πετάχτηκε η Βάσια. Ο Ηλίας της έριξε ένα αυστηρό βλέμμα, ενώ ο Νάσος της έδωσε τον λόγο: “Έχεις να κάνεις κάποια ερώτηση;”. “Ναι, βασικά έχω!” και βάζοντας το δάχτυλο της πάνω στο τραπεζάκι και παίρνοντας ένα εμφανώς προσποιητό σοβαρό ύφος είπε “Πνεύμα θα ήθελες να μοιραστούμε μήπως εμείς κάτι μαζί σου;” Η αντίδραση στα λόγια αυτά ήταν η μετακίνηση του δαχτύλου της στην ένδειξη “Ναι”. “Και τι θα ήθελες να είναι αυτό;”. Πλέον το δάχτυλο της μετακινήθηκε αργά αλλά σίγουρα, κάνοντας την ίδια να αρχίζει να νιώθει μια υποψία ανησυχίας να φωλιάζει στο μυαλό της, κάτι που φρόντισε να μην το δείξει. Τα γράμματα στα οποία ταξίδεψε ο δείκτης της σχημάτισαν την αινιγματική φράση “τον χρόνο σας”...κάτι που έκανε όλη την παρέα να κοιταχτούν μεταξύ τους με απορία. Σε μια προσπάθεια η Βάσια να τραβήξει το χέρι της διαπίστωσε ότι αυτό ήταν αδύνατο, θαρρείς και κάποια αόρατη δύναμη το είχε καθηλώσει επάνω στην ξύλινη επιφάνεια. “Νάσο, δεν μου αρέσει πλέον και τόσο αυτό το παιχνίδι!” είπε με αυστηρό ύφος”. “Ούτε και εμένα”, συμπλήρωσε ο Ηλίας. Ο Νάσος όμως φαινόταν ατάραχος και η φωνή του ήταν ασυνήθιστα άχρωμη “Δεν μπορούμε να σταματήσουμε μέχρι να ολοκληρωθεί το παιχνίδι”. “Και πότε γίνεται αυτό;”. “Όταν τελειώσει ο γύρος των ερωτήσεων από το άτομο που αυτή την στιγμή έχει το χέρι του στο τραπεζάκι”, πρόσθεσε ο Νάσος με τον χροιά της φωνής του να μην είναι πλέον και τόσο χαλαρή. “Πολύ καλά λοιπόν” απάντησε ελαφρώς ενοχλημένη η Βάσια και συνέχισε “Και πώς θα μοιραστούμε τον χρόνο μας μαζί σου;”. Η απάντηση σχηματίστηκε επί των γραμμάτων “αφήνοντας τον έλεγχο σε μένα για τις γιορτές”. “Και τι θα συμβεί στο ενδιάμεσο;” “Αμνησία για εκείνη την περίοδο, ευδαιμονία για όλο το υπόλοιπο έτος για το άτομο”. Στο διάβασμα αυτών των λέξεων μια σπίθα φιλοδοξίας άναψε στον περίγυρο και περισσότερο απ’ όλους στην ίδια την Βάσια η οποία πλέον με ανανεωμένο ενδιαφέρον συνέχισε “και μπορώ να διαλέξουμε το άτομο που θα το μοιραστεί πρώτο τον χρόνο μαζί σου;” “Ναι”, ήρθε άμεσα η απάντηση. “Πολύ καλά, θα διαλέξω τον...” και το βλέμμα της περιπλανήθηκε ανάμεσα στους άλλους δύο της παρέας, γιατί όσο περίεργη και να ήταν εκ φύσεως σαν άτομο ωστόσο δεν έπαυε να ήταν και επιφυλακτική. “Νάσο, τι θα ‘λεγες; Μιας κ ήταν δικιά σου η αρχική ιδέα!”. Στο άκουσμα αυτής της πρότασης ο Ηλίας ξαφνιάστηκε από την ευθύτητα της φίλης του, κάτι στο οποίο δεν τον είχε συνηθίσει. Αντίθετα, ο Νάσος, παραμένοντας ατάραχος απάντησε “Ναι, γιατί όχι; Αφού προφανώς δεν θέλει κανείς άλλος!”. “Πολύ ωραία, ας γίνει έτσι λοιπόν Πνεύμα των Χριστουγέννων. Ο Νάσος παραδίδει τον έλεγχο του σε ‘σένα, για το χρονικό διάστημα των εορτών!”. Η απάντηση ακολούθησε “Έτσι θα γίνει...”. Στο διάβασμα αυτής της πρότασης ο Νάσος και ο Ηλίας δεν άντεξαν άλλο και σηκώθηκαν από το τραπεζάκι, ο ένας να χαρεί για την ανέλπιστη αυτή του τύχη, καθώς ανέκαθεν αντιπαθούσε την ιδέα των Χριστουγέννων, και ο άλλος για να τον συγχαρεί.
Τόση ήταν η έπαρση και ο ενθουσιασμός τους που κανείς δεν πρόσεξε ότι η Βάσια δεν σηκώθηκε άμεσα για να τους συνδράμει σε αυτή την έκρηξη χαράς άλλα καθυστέρησε λίγο και όταν πήγε κοντά τους ήταν ελαφρώς χλωμή αλλά η προσπάθεια που κατέβαλλε να καλύψει την ταραχή της με ένα χαμόγελο ήταν αρκετή. Μέσα της όμως έτρεμε και ήταν πολύ μετανιωμένη καθώς η ύστατη πορεία που ακολούθησε το δάχτυλο της προτού αυτό απελευθερωθεί από την προσκόλληση του στο τραπεζάκι διέγραψε στο αλφάβητο την φράση “...παρόλο που δεν είμαι το πνεύμα των Χριστουγέννων σας...”.
Εν τέλει η επιθυμία ικανοποιήθηκε και η συμφωνία τηρήθηκε και από τις δυο πλευρές: Ο Νάσος δεν είχε ανάμνηση εκείνων των εορτών ενώ την υπόλοιπη περίοδο του χρόνου βίωνε μια άνθηση σε όλους τους τομείς. Ωστόσο, δεν μπορεί να ισχυριστεί κανείς το ίδιο και για τους φίλους του καθώς οι ίδιοι βίωσαν εφιαλτικά Χριστούγεννα, κάτι που έμεινε σαν γεγονός μονάχα στο υποσυνείδητο όλων τους και έρχονταν στην επιφάνεια αποκλειστικά κάθε τέτοια περίοδο του χρόνου, οπότε και ζούσαν και οι τρεις τους τις ίδιες καταστάσεις, και για καλό και για κακό, εγκλωβισμένος καθένας στην δικιά του αντίληψη της πραγματικότητας, όπως αρχικά είχε συμφωνηθεί μεταξύ όλων εκείνων, ένα κρύο βράδυ και εν μέσω των εορτών πριν πολλά,πολλά χρόνια...

Σχόλια