Θεωρητικοποίηση της αδράνειας κι άρνηση του τρίτου νόμου του Νεύτωνα (Του Χρήστου Χατζηκωνσταντίνου)

Καθώς περπατούσα με γρήγορο βήμα στην Τσιμισκή, αναπόλησα την τελευταία εβδομάδα. Για έναν απλό παρατηρητή ήταν γεμάτη από “αντιλαϊκά” γεγονότα. Για κάποιον όμως όπως εγώ, που είναι υποψιασμένος στο σημερινό κόσμο, τίποτα από αυτά δεν αποτελούσε έκπληξη. Εξάλλου ο σκοπός δεν είναι να πράττουμε ώστε να βελτιώσουμε τη ζωή μας αλλά να παίρνουμε το μπλαζέ ύφος συνταξιούχου σε καφενείο και απλά να ανακοινώνουμε στον περίγυρο μας πόσο αναμενόμενο ήταν αυτό που συνέβη και πόσο, λίγο έως πολύ, συνέβαινε ήδη έως τώρα.
Το προηγούμενο Σάββατο, γυρνώντας μεθυσμένος από βραδινή έξοδο, ο ταρίφας με έκλεψε στα ρέστα. 3.20 το ταξίμετρο, δίνω πεντάευρω, μου επιστρέφει ένα ευρώ. Στιγμιαία σκέφτηκα να αντιδράσω αλλά έτσι κι αλλιώς αυτό δεν γινόταν πάντα; Πάντα δεν μας κλέβαν οι ταξιτζήδες στα ρέστα; Ξυπνώντας σήμερα το πρωί και βγαίνοντας για την πρωινή μου βόλτα, είδα τον γείτονα να παρκάρει σε μια ράμπα αναπήρων. Κοντοστάθηκα αλλά μετά σκέφτηκα τι νόημα έχει; Τάχα οι ανάπηροι όταν δεν υπήρχαν μπάρες αναπήρων τι πάθανε;
Χώθηκα στα στενά του κέντρου για να αποφύγω την πολυκοσμία αλλά το θέαμα που είδα με αηδίασε. Ένας τύπος είχε επιτεθεί σε έναν ζητιάνο και προσπαθούσε να του πάρει τα λεφτά που είχε σε ένα καπέλο μπροστά του. Πριν προλάβω να αντιδράσω, κατάφερε να του πάρει το καπέλο με τα χρήματα και να τρέξει μακριά του. Στιγμιαία σκέφτηκα να τον κυνηγήσω αλλά… Εγώ θα αλλάξω την ροή των πραγμάτων; Τον νόμο της ζούγκλας; Το μεγάλο ψάρι που τρώει το μικρό; Το μικρό ψάρι του Οικονομίδη; Μια χαρά ταινία ήταν, δεν χρειάζεται να αλλάξω κάτι.
Συνεχίζοντας τη βόλτα μου, έπεσα μετά από λίγο πάνω σε μια ομάδα που διαδήλωνε, απ’ όσο μπόρεσα να καταλάβω από τα πανό και τα συνθήματα τους, για τις ομαδικές απολύσεις σε ένα εργοστάσιο. Αυτό που συνέβαινε ήταν όντως απαράδεκτο. Αποφάσισα μετά από καιρό να δράσω. Κατέβηκα στο δρόμο κι άρχισα να φωνάζω στους διαδηλωτές. Είχα βαρεθεί να βλέπω τεμπέληδες κι αργόσχολους να μην τιμάνε το ψωμί που τρώνε. Άνθρωποι που δεν είχαν ιδέα πως δημιουργείται και συντηρείται μια επιχείρηση, να ασκούν κριτική στις πράξεις των επιχειρηματιών, των μοναδικών ανθρώπων που πήγαν μπροστά ένα δράμι αυτή την χώρα των τσιφλικάδων και των επαναστατών της πεντάρας. Λες κι αν ο επιχειρηματίας μπορούσε να μην κάνει απολύσεις θα τις έκανε.
Δεν άντεχα άλλο σ’ αυτό τον κόσμο. Άνθρωποι ηλίθιοι, ανίκανοι να καταλάβουν τη φυσική ροή των πραγμάτων, looserαδες που επιμένουν να εφαρμόζουν τον τρίτο νόμο του Νεύτωνα. Ένιωσα μια απελπισία να με καταβάλλει κι άρχισα να τρέχω προς άγνωστη κατεύθυνση. Έτρεχα ψάχνοντας λύτρωση, απαντήσεις, ένα ευχαριστώ που είμαι μια νησίδα λογικής σ’ έναν ωκεανό παραλογισμού. Αφού έτρεχα για αρκετή ώρα, συνέβη το αναπόφευκτο. Λαχάνιασα. Οπότε σταμάτησα να πάρω μια ανάσα. Λίγο πιο εκεί, είδα έναν τύπο με μαύρη κουκούλα να στέκεται πάνω από έναν άλλο τύπο, ο οποίος ήταν γονατιστός. Φαινόταν ή να προσεύχεται, ή να τον παρακαλάει, ή να κόβει ένα αόρατο ιπτάμενο σαλάμι. Παραξενεμένος άρχισα να πλησιάζω προς τα εκεί. Μέχρι που το μπαμ της εκπυρσοκρότησης με έκανε να σταθώ ακίνητος και, άθελα μου, να βγάλω μια κραυγή.
Ο τύπος με την κουκούλα με κοίταξε και άρχισαν να τρέχει προς το μέρος μου. Έκανα μεταβολή κι ετοιμάστηκα να τρέξω κι εγώ. Αλλά μήπως τι νόημα έχει; Τάχα πάντα έτσι δεν γινόταν; O πιο ισχυρός δεν επικρατούσε κι όποιος είχε την ατυχία να βρεθεί στο δρόμο του εξολοθρευόταν; Κοίταξα το πρόσωπο του μελλοντικού δολοφόνου μου. Εστίασα στα μάτια του. Δεν είχα κι άλλη επιλογή βέβαια αφού φορούσε κουκούλα. Γαλανομάτης. Μετά ένα μπαμ κι η λήθη…

Σχόλια