Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2025

Chungking Express: Αστικός λυρισμός με ημερομηνία λήξης

Διαθέτει ίσως μια από τις πιο συγκλονιστικές εισαγωγές. Καθώς, υπό τους ήχους ενός καταιγιστικού soundtrack, η κάμερα ακολουθεί μια μυστηριώδη γυναίκα με μαύρα γυαλιά στους φτωχομαχαλάδες των μεταναστών του Χόνγκ Κόνγκ ακούγεται η φωνή του αφηγητή που ντύνει τη σκηνή: «Σκουντάμε τους ώμους μας με πολλούς ανθρώπους κάθε μέρα, δεν γνωρίζουμε τίποτα γι’ αυτούς, όμως κάποια στιγμή θα μπορούσαν να γίνουν φίλοι ή ακόμα και εραστές μας». Ο Wuong Kar Wai φροντίζει να δώσει το στίγμα του αριστουργηματικού Chungking Express από την πρώτη στιγμή. Σε μια τερατώδη τσιμεντούπολη όπως η συγκεκριμένη, μπορούν όλοι δυνητικά να έρθουν σε επαφή, μόνο πρόσκαιρα όμως, καθώς η μοναξιά βασιλεύει…
Δύο διαφορετικές ιστορίες με συνδετικό αρμό μια καντίνα (Chungking express) όπου η πρώτη θα παραδώσει τη σκυτάλη στη δεύτερη, δύο αστυνομικοί (άραγε ποια ευρωπαϊκή σινεφίλ ταινία θα έδινε πρωταγωνιστική ιδιότητα στο συγκεκριμένο επάγγελμα) που ψάχνουν τον έρωτα σε μια συνθήκη που όλα- όπως θα παραδεχτεί ο ήρωας- έχουν ημερομηνία λήξης. Και δύο γυναίκες εκ διαμέτρου διαφορετικές μεταξύ τους που ωστόσο επωμίζονται ισοβαρώς τον αρχετυπικό ρόλο της μοιραίας.
Γυρισμένη στο μακρινό 1994 το Chungking express προπορεύεται της εποχής του όχι μόνο για τη σκηνοθετική του δεινότητα, την καινοφανή αισθητική του, τα αστραπιαία εναλλασσόμενα σεκάνς (επιστρέφουμε στην εισαγωγή), τους μινιμαλιστικούς διαλόγους αλλά κυρίως για το θέμα που αγγίζει και το υπαινικτικό παιχνίδι με το οποίο το προσεγγίζει πατώντας πάνω στο τρίπτυχο έρωτας-ματαίωση-μοναξιά.
Κάτι που φυσικά θα κυριαρχήσει και στις μεταγενέστερες ταινίες του. Όπως άλλωστε μας λέει και στο “In the mood for love”, το παρελθόν είναι κάτι που μπορείς να δεις αλλά ποτέ να το αγγίξεις…

Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2025

Battle Royale & Old Boy: Δύο ταινίες που έβαλαν στο χάρτη το ασιατικό Crime horror

Στην αυγή της νέας χιλιετίας το ασιατικό σινεμά θα αρχίσει να συζητείται με ένα εντυπωσιακό μπάσιμο στη διεθνή σκηνή, οι χώρες της Άπω Ανατολής με ρηξικέλευθους δημιουργούς, άρτια τεχνογνωσία και όπλο την πλούσια παράδοση αλλά και το σύγχρονο αστικό μοτίβο θα αναπτύξουν μια ανθηρή βιομηχανία που κατά καιρούς θα χαρίσει ουκ ολίγα διαμαντάκια. Δύο ωστόσο ταινίες θα αποτελέσουν ορόσημο όχι μόνο για την κινηματογραφία τους αλλά βάζοντας και τα θεμέλια μιας crime σχολής που βρίσκει μιμητές μέχρι τις μέρες μας.
Battle Royale: Βασισμένο σε μια σκοτεινή αποικιοκρατική πρακτική όπου ο δυνατότερος σκλάβος θα κέρδιζε και την ελευθερία του, μια σχολική τάξη μεταφέρεται σε ένα απομονωμένο νησί και υποβάλλεται σε ένα παιχνίδι αλληλοεξόντωσης μέχρι να μείνει μόνο ένας. Ο θεατής καθηλώνεται από την ωμή αλλά και καταιγιστική βία με τον αξεπέραστο Τακέσι Κιτάνο- στο ρόλο του γυμνασιάρχη- να κρατάει το ρυθμό και την κινηματογραφική ισορροπία. Σε μια Ιαπωνική κοινωνία που μαστίζεται από τον σχολικό και εργασιακό εκφοβισμό η ταινία δεν έρχεται σαν κεραυνός εν αιθρία αλλά αντιθέτως αφουγκράζεται τις παθογένειες και τις μεταφέρει σε μια ανατριχιαστική αλληγορία. Πάνω στο ίδιο καλούπι κοντά δυόμιση δεκαετίες αργότερα η γειτονική Νότια Κορέα θα δώσει το «Παιχνίδι του Καλαμαριού».
Old Boy: Ταινία θρύλος πλέον με σεμιναριακό και ακαδημαϊκό ενδιαφέρον πέρα από την προφανή κινηματογραφική αξία της. Σενάριο πραγματικά τραβηγμένο από τα μαλλιά που το σώζει η στυλιζαρισμένη κινηματογραφία και οι αριστουργηματικές ερμηνείες. Ένας άνθρωπος φυλακίζεται σε ένα δωμάτιο για δεκαπέντε χρόνια και βγαίνοντας ψάχνει να βρει τον υπαίτιο και να πάρει εκδίκηση. Με ένα soundtrack που ουσιαστικά κουμπώνει πάνω στην πλοκή, μια πανδαισία εικόνων και μοτίβων η ταινία δεν θα αποτελέσει μόνο σταθμό στο μέχρι πρότινος άγνωστο Νοτιοκορεάτικο σινεμά αλλά θα καθιερώσει και την αισθητική που θα το συνοδεύει συνδυάζοντας την ωμή βία με το λυρισμό.
Προφανώς την ίδια εποχή θα εμφανιστούν και άλλα δείγματα γραφής τοποθετώντας την Άπω Ανατολή στην κορυφή του κινηματογραφικού horror. Αξίζει να αναφέρουμε το Ring, το Audition, το Eye και πολλά άλλα. Αν και το Hollywood θα προσπαθήσει να αντιγράψει, συχνά με remake, τη συνταγή οι απόπειρες θα στερηθούν τόσο την αυθεντικότητα όσο και την ψυχή του πρωτότυπου…

Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2025

Μια ολόκληρη γενιά αναγνωστών θα διαβάζει τις πίπες της Μπούρα και του Ψυχογιού…

Στην αποχαιρετιστήρια συναυλία τους στην Αμερική η τραγουδίστρια του Σκωτσέζικου συγκροτήματος Garbage προέβη, θέλοντας να υπογραμμίσει τον Μεσαίωνα της μουσικής βιομηχανίας, σε μια ανατριχιαστική δήλωση προς το κοινό της: «Θα είστε αυτοί που θα χάσετε μια ολόκληρη γενιά αυθεντικών, αιρετικών, περίεργων, ριψοκίνδυνων, ταλαντούχων μουσικών, θα σας σερβίρουν και θα τρώτε μόνο σκουπίδια».
Η δήλωση της αυτή δεν απέχει καθόλου από τα αντίστοιχα σκουπίδια που σερβίρονται στα καθ’ ημάς λογοτεχνικά δρώμενα, άλλωστε η υποβάθμιση της τέχνης σε εύπεπτα και προκάτ υποπροϊόντα είναι οικουμενική. Αυτό ωστόσο που ανέδειξε η Shirley Manson είναι πως το βάρος αυτής της συνθήκης δεν θα το επωμιστούν μόνο οι καλλιτέχνες που θα χαθούν, αλλά και το ίδιο το κοινό.
Για την προβατοποίηση των αναγνωστών έχουμε μιλήσει σε πολλά παλιότερα editorial μας, δεν είναι μόνο οι μανατζαραίοι, τα κατά συνθήκη άψυχα «στράκια» και προφανώς οι αστοιχείωτοι και μπετόστοκοι γόνοι που υποδύονται τους εκδότες. Είναι κυρίως μια συστημική πανώλη που τρέφεται από τις ίδιες τις παθογένειες της μεγαλώνοντας το απόστημα.
Και αν οι πραγματικά αξιόλογοι συγγραφείς δεν θα χάσουν ποτέ τη φλόγα της δημιουργίας τους κινούμενοι ανεξάρτητα από την επιβεβλημένη πνευματική Χιροσίμα, θα την χάσουν σίγουρα οι αναγνώστες ή αυτό που οι «επιμελητές» του κάθε εκδοτικού παραμάγαζου ορίζουν ως target group, ήτοι το αναγνωστικό κοινό. Η διαμαρτυρία της Manson ακούγεται σαν δυσοίωνη προφητεία, μόνο που δυστυχώς δεν απευθύνεται σε ευήκοα ώτα, αλλά μια γενιά που έχει προ πολλού συμβιβαστεί με τη μοίρα της…

Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 2025

Πουστ(ΑΡΔ)ες: Τους περιφρονούμε, τους χρειαζόμαστε όμως;

Αποτελούν την τελευταία τρύπα της φλογέρας, το έσχατο σκαλοπάτι της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, τους γυμνοσάλιαγκες του πολιτισμικού οικοσυστήματος, είναι ωστόσο απαραίτητοι στους «συγγραφίτσους» που θα πουλούσαν και το νεφρό της μάνας τους για ένα μονόστηλο (για «σαλόνια» βέβαια δεν το συζητάμε καν, εκεί θα πουλούσαν και ολόκληρη τη μάνα τους). Κατά πόσο όμως η συγκεκριμένη σκατόφαρα είναι απαραίτητη για συγγραφείς που πραγματικά θέλουν να διασώσουν την ακεραιότητα τους και κυρίως να μην προβούν σε καμία επιβεβλημένη από το εκδοτικό σκυλολόι έκπτωση; Η απάντηση είναι μάλλον αυτονόητη…
Η αλήθεια είναι πως στην Ελλάδα σοβαρή και αμερόληπτη κριτική δεν υπάρχει. Οι «διθύραμβοι» πρώτα περνάνε από το λογιστήριο της εκάστοτε συστημικής κωλοφυλλάδας και ακολούθως φιλοτεχνούνται από τους επαγγελματίες σπεκουλαδόρους. Σε αυτό το νοσηρό πλαίσιο μοιράζονται βραβεία, χαλκεύονται λίστες ευπώλητων αλλά κυρίως χαλκεύονται συνειδήσεις για το τι είναι ποιοτικό και τι όχι…
Μπορούμε να μιλήσουμε για πολλές περιπτώσεις που γνωρίζουμε, όχι μόνο εμείς αλλά όλος ο ντουνιάς, που όχι μόνο αναδείχτηκαν αλλά επιβλήθηκαν από συγκεκριμένα κέντρα και εξακολουθούν να διατηρούνται στον αφρό ως τις μέρες μας (καθότι η διατήρηση είναι το παν). Αλησμόνητη άλλωστε η «βρώμικη» δουλειά που έκανε το «λογοτεχνικό» περιοδικό «Να ένα μήλο» ώστε όχι μόνο να μαζέψει όλες τις δουλικές μετριότητες αλλά και να τις πριμοδοτεί σε πείσμα της κοινής λογικής και κυρίως του αισθητικού κριτηρίου.
Για έναν συγγραφέα ωστόσο που πιστεύει στη δουλειά του και κλείνει τα αυτιά στις σειρήνες της φτηνής ματαιοδοξίας του όχι μόνο οι συγκεκριμένοι ρουφιάνοι του είναι αχρείαστοι αλλά προπάντων του είναι περιττοί. Από τον Χριστιανόπουλο μέχρι τον Μπουκόφσκι και από τους Μπίτνικς έως τους υπαρξιστές κανείς δεν είχε ποτέ την ανάγκη μιας αργυρώνητης πένας.
Οι προτεραιότητες και οι φιλοδοξίες ενός συγγραφέα περιορίζονται στα στοιχήματα που βάζει με τον εαυτό του και στην ευθύνη που παίρνει απέναντι στον αναγνώστη (και ουχί το αναγνωστικό κοινό) επομένως το να γίνει ανέκδοτο (και ουχί ανέκδοτος) δεν συγκαταλέγεται σε αυτές. Η πουστ(ΑΡΔ)α για κείνον βρίσκεται έξω από τον ορίζοντα του, το οπτικό του πεδίο και το ηθικό του πλέγμα…

Τετάρτη 8 Οκτωβρίου 2025

Η φαρσική συνθήκη των «Κρατικών Βραβείων»…

Στην παραπάνω φώτο βλέπετε τον Ηλία Μαγκλίνη. Ο Ηλίας δεν είναι αυτό που λέμε «πνευματικός ογκόλιθος», περισσότερο ανήκει στην κατηγορία του τσιμεντόλιθου. Δεν διαθέτει υφολογικό αποτύπωμα, αντιληπτικό υπόβαθρο, κριτική δεινότητα, λεξικολογική ευελιξία…είναι με λίγα λόγια κεφτές, μπιφτεκάς, μυρουδίας και γι αυτό το λόγο γράφει στη βυσματική Καθημερινή όπου καταπιάνεται με το λεγόμενο «πολιτισμικό ρεπορτάζ». Τα βιβλία του φυσικά- καθότι η αλανιάρα η Μπούρα και τα εκδοτικό σκυλολόι κάνει αμάν για τέτοιους διαπλεκόμενους λακέδες- είναι αντίστοιχα, είναι δηλαδή χυλός…
Ο Ηλίας, ως άλλος χλαπάτσας παίρνει κάθε χρόνο το «Κρατικό». Προσοχή, όχι το κρατικό σκατοψυχιάς ή πλύσης στους ενενήντα βαθμούς αλλά το κρατικό βραβείο λογοτεχνίας. Στον ελεύθερο του χρόνο ξεπλένει τον παιδοβιαστή Λιγνάδη και γράφει ή προσποιείται πως γράφει αφού γνωρίζει έτσι κι αλλιώς πως έχει τα χαρτιά της σημαδεμένης τράπουλας στα χέρια. Η φαρσική συνθήκη των «Κρατικών Βραβείων» ωστόσο πέρα από τα ευτράπελα που μπορεί να χαρίσει έχει και πιο σοβαρές προεκτάσεις ακριβώς λόγω του τίτλου που φέρουν. Γιατί εδώ έχουμε θεσμική εκπροσώπηση του πολιτισμού ο οποίος βρίσκεται όμηρος στα χέρια πέντεξι τυχάρπαστων και αυτό δεν είναι μάλλον καθόλου αστείο…
Κάποτε ο βραβευμένος με την αντίστοιχη διάκριση Μιχαηλίδης είχε αναρωτηθεί τι ναρκωτικά έκαναν εκεί στην επιτροπή γνωρίζοντας και ο ίδιος πόσο κάκιστο ήταν το συγκεκριμένο βιβλίο του αλλά- κυρίως- το χυδαίο παρασκήνιο. Ωστόσο επειδή είχε αρχίδια σαν καμπάνες έδωσε αργότερα τα λογοτεχνικά διαπιστευτήρια του μακριά από καρναβάλια και γκροτέσκες κλίκες.
Το θέμα ωστόσο της αδιαφάνειας (αλήθεια με τι κριτήρια επιλέγει η επιτροπή ανάμεσα σε τόσους χιλιάδες τίτλους και ποια είναι η σύσταση της;) παραμένει. Φυσικά σε ένα χώρο που το παράνομο χρήμα διακινείται με τριγωνικές αναθέσεις και οι πουστ(ΑΡΔ)ες χαρτζιλικώνονται αδρά για την διατήρηση του κάθε τενεκέ στο προσκήνιο το παράδοξο θα ήταν τα «Κρατικά» να είχαν κύρος. Μέχρι να αποκτήσουν θα απονέμονται σε Μαγκλίνηδες και μπιφτεκάδες…

Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2025

Όποια διαβάζει Μαντά να την παίρνεις μόνο από κ@λο...

Η ιστορία είναι πέρα για πέρα αληθινή, μπορεί να ιδωθεί ως ερωτικό ανάγνωσμα ή μια κοινωνική διαμαρτυρία απέναντι στον πνευματικό ζομπισμό της εποχής μας.
Ήταν πριν δύο καλοκαίρια όταν καπνίζοντας και πίνοντας την μπύρα μου σε μπιτσόμπαρο κόζαρα μια μετα-μίλφ με το θύμα άντρα της να διαβάζει Μαντά στο απέναντι τραπέζι. Εμφανισιακά ήταν στην κατηγορία της ημιπατσαβούρας με κυτταρίτιδα στα πλαδαρά κωλομέρια, χαλαρά βυζόμπαλα, κιρσούς και ένα αρκετά γλυκό πρόσωπο που έσωζε κάπως την ακατοίκητη οικοδομή σαν περίτεχνο ακροκέραμο. Ο άντρας της από την άλλη ήταν το αρχετυπικό δείγμα του ιδιωτικού υπαλλήλου που φέρνει τα λεφτά στο σπίτι και πιθανότατα τα βράδια φοράει ζαρτιέρα και τον τρώει από Γεωργιανούς ζιγκολό. Όλο αυτό το θέαμα της θλιβερής μικροαστικότητας είναι αλήθεια πως με ερέθισε αρκετά. Έτσι το βράδυ όταν την πέτυχα μόνη στην παραλία έκανα την κίνηση ματ.
«Σας είδα να διαβάζεται Μαντά το μεσημέρι»
Πλησίασα και της είπα με βλέμμα γύπα που δεν σηκώνει πολλά πολλά. Τα μάτια της άστραψαν και στοιχηματίζω πως και οι σάλπιγγες της μούσκεψαν από εκείνη την πνευματική επιβεβαίωση του χαμηλού i.q της.
«Ναι, πράγματι»
Μου αποκρίθηκε με ύφος γυναίκας σίγουρης για τη γοητεία και το πατσοκοίλι της.
«Μα πρόκειται για τη μεγαλύτερη εν ζωή συγγραφέα»
Συνέχισα εγώ απτόητος το δούλεμα. Καμιά φορά οι χαζές γυναίκες θέλουν να ακούσουν αυτά που μύχια φαντασιώνονται. Η επιβεβαίωση δεν περνάει από το μυαλό αλλά πιο πρωτόγονες λειτουργίες πάνω στις οποίες χτίζεται το οικοδόμημα του μικροαστικού κρετινισμού για να περιφερθεί μετά σε «εκθέσεις βιβλίου», «μπέργκερ φέστιβαλ» και ίσως κάποιο σαββατοκύριακο στη Βιέννη. Τίποτα από όλα αυτά ωστόσο για τη συγκεκριμένη ανθρωποτυπική πανώλη δεν είναι πιο διεγερτικό από το σοδομισμό.
Εκμεταλλευόμενος το έβδομο όνειρο του αντρός της λοιπόν της χάρισα εκείνη τη νύχτα το μαγικό κλειδί της ηδονής. Ο πρωκτός είναι σαν την πίσω πόρτα της εκάστοτε middle class πολυκατοικίας που διαβιούν θλιβερές οικογένειες αυστηρού εργασιακού ωραρίου, αποτελεί δηλαδή την πιο δυσπρόσιτη είσοδο. Κυρίως γιατί η ρουτίνα- αυτό το θανατερό modus vivendi- υπαγορεύει σε όλα τα μέλη τους να μπαίνουν από την μπροστινή. Όσο δε για τα κοπροφαγικά τους ένστικτα εκδηλώνονται στη βραδινή ζώνη τηλεθέασης όπου τα μηχανάκια- όπως εκείνη τη νύχτα και το κωλάντερο της- παίρνουν φωτιά.
Την επόμενη μέρα την είδα ξανά με τον άντρα της να συνεχίζει την ανάγνωση του βιβλίου της. Έκανα πως δεν την ήξερα…

Δευτέρα 25 Αυγούστου 2025

Υπάρχει άραγε πιο σιχαμένος άνθρωπος στον πλανήτη γη;

Ανήκει στην γενιά του απόπατου που βρήκε καταφύγιο στην χωματερή της Athens Voice. Δεν έχει χιούμορ, δεν έχει ταλέντο, δεν έχει εμφάνιση (για να μιλήσουμε στη γλώσσα του), πρακτικά δεν έχει τίποτα. Είναι ένας από τους πολλούς "κύριους Τίποτα" που κυκλοφορούν στο μεγάλο χωριό που οι μόδες αλλάζουν σαν τα πουκάμισα και εκείνοι προσπαθούν απεγνωσμένα να εναρμονιστούν...
Συμπλεγματικοί, αμόρφωτοι, ακαλλιέργητοι και κυρίως θορυβώδεις. Δεν είναι καν χολερικοί, ένας χολερικός μπορεί να διαθέτει το λεγόμενο whit που λένε και στο χωριό μου, μπορεί να σφάξει με το βαμβάκι. Στην περίπτωση τους γνωρίζουν πως ένας κούφιος τενεκές κάνει περισσότερο θόρυβο από κάποιον γεμάτο, είναι αυτό το σούσουρο που επιδιώκουν για να προσελκύσουν την προσοχή. Τα αφεντικά τους φυσικά τους λατρεύουν, ποιος αυλικός δεν αγάπησε το γελοτοποιό του...
Ενδεικτικό πως τους ακούνε και τους διαβάζουν αντίστοιχοι ρουφιάνοι τύπου Θεοδωρόπουλου, τα σκατά με τα σκατά άλλωστε. Η "κριτική" τους εντούτοις είναι τόσο ρηχά αντιδραστική που θυμίζει υπερφυσικό μπέμπη απέναντι στις νουθεσίες της μαμάς του. Ουδεμία αντιληπτική ικανότητα, κανένας σοβαρός αντίλογος. Είσαι με την Παλαιστίνη γιατί σφαγιάζονται γυναικόπαιδα; Θα σε κοροιδέψω ως φρι πάλεστάιν χαϊβάνι. Είσαι με τα δίκια του εργάτη; Θα σε κοροιδέψω γιατί έχω λεφτά. Έχεις κιλά; Θα σε κοροιδέψω για να πάω κόντρα στην πολιτική ορθότητα... Γιατί πάω πάω κόντρα στην πολιτική ορθότητα; Για να φανώ επαναστάτης. Αν όλοι μιλούσαν για μπυροκοίλιδες και ήταν αποδεκτή η πλάκα εγώ θα το έπαιζα τιμητής της.
Δεν είναι κακό να είσαι αποτυχημένος, δεν είναι κακό να είσαι τενεκές ξεγάνωτος. Κακό είναι να το "πουλάς". Μπορείς απλά να πας σε ένα καφενείο τίγκα στο λουμπεναριό και να βρίζεις τους Εβραίους, τους πούστηδες, τις χοντρές. Αλλά ρε φίλε μην το πουλάς, κοίτα απλά τα μούτρα σου στον καθρέφτη, κοίτα τα και μετά μίλα...

Τετάρτη 20 Αυγούστου 2025

Το δεύτερο υπόγειο. (ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΣΩΤΗΡΕΛΛΟΣ)

Η πολυκατοικία-πόλη φιλοξενούσε τριάντα χιλιάδες κατοίκους. Οι όροφοι ήταν διανεμημένοι ταξικά, στο ρετιρέ διαβίωνε η άρχουσα τάξη, οι κυβερνήτες, οι επιχειρηματίες και οι μαφιόζοι. Όσο αυτοί κατέβαιναν τόσο μειωνόταν το εισόδημα μαζί με το κοινωνικό στάτους, εγώ έμενα κάπου στη μέση, πενήντα πόρτες μακριά από τον «Ψ» μου. Σε εκείνη τη συνεδρία μας, βλέποντας με στην κατάσταση που εμφανίστηκα η ερώτηση του ήταν εύλογη.
«Πάλι πήγες στο υπόγειο;»
«Ναι»
Του απάντησα.
«Αλλά στο δεύτερο».
Γούρλωσε τα μάτια του κοιτώντας με με απορία. Αν στο πρώτο υπόγειο υπήρχαν τα μπουρδέλα, οι κακόφημοι διάδρομοι και τα νταραβέρια το δεύτερο φιλοξενούσε ό,τι πλησιέστερο στην κόλαση. Τοξικομανείς τελευταίου σταδίου που εξέδιδαν τα κουφάρια τους, αρουραίοι, μπόχα και μολυσματικές ασθένειες. Κανένας φυσιολογικός άνθρωπος δεν είχε πατήσει ποτέ το κουμπί του θεόρατου ανελκυστήρα με σκοπό να βρεθεί στον συγκεκριμένο προορισμό (αν και η πρόσβαση ήταν ελεύθερη η κοινωνική διαστρωμάτωση ήταν αδιαπραγμάτευτα οριοθετημένη).
«Πλήρωσα για σεξ με ένα ζωντανό πτώμα, τα δόντια του έλειπαν, το βλέμμα του ήταν απλανές και η ομιλία του αργόσυρτη, το σώμα του αποστεωμένο, γεμάτο πληγές και εξογκώματα».
Όλα αυτά του τα είπα ανέκφραστα, χωρίς συγκινησιακή χροιά, απόλυτα πεπεισμένος για την αποκτήνωση μου. Έβγαλε τα γυαλιά του και τα στήριξε στο τραπέζι.
«Γιατί το έκανες;»
«Αυτό είναι το πρόβλημα, ό,τι δεν έχω καμία εξήγηση. Σε κάθε λάθος της ζωής μου, σε κάθε στραβοτιμονιά, σε κάθε αυτοκαταστροφική παρόρμηση είχα πάντα μια εξήγηση να δώσω, αλλά τώρα δεν έχω καμία. Δεν έχω καμία»
Ύψωσα τον τόνο της φωνής μου όχι από απόγνωση αλλά σαν να προσπαθούσα να με ακούσω όσο πιο δυνατά μπορούσα. Να συνειδητοποιήσω πως αυτή η φωνή του κτήνους ήταν δική μου. Όμως δεν μίλαγε το κτήνος, μίλαγα εγώ, μίλαγα για το κτήνος μέσα μου.
«Πιστεύεις πως χρειάζεσαι αγωγή;»
«Χρειάζομαι να ξεριζώσω τον δαίμονα μέσα μου»
«Για να το κάνεις πρέπει να τον βρεις πρώτα»
«Μα γι’ αυτό δεν είμαι εδώ;»
«Το λάθος που κάνεις είναι πως αφήνεις τους άλλους να σε ορίζουν»
«Τότε τι μας ορίζει;»
«Τα τραύματα μας»
Γύρισα στο δωμάτιο των εικοσιπέντε τετραγωνικών και κοίταξα έξω την άνυδρη στέπα, μετά την πυρηνική καταστροφή ό,τι είχαμε καταφέρει να διασώσουμε ήταν τα τομάρια μας, η αυταρέσκεια μας, οι εγωισμοί και οι ουλές μας, μα τις τελευταίες δεν τις ψηλαφίζαμε ποτέ, συμβιώναμε σε ένα καθεστώς άρνησης όχι απέναντι στους άλλους μας μα τους ίδιους μας του εαυτούς. Άλλοι το’ ρίχναν στο ποτό, άλλοι κούμπωναν Ζάναξ και άλλοι φούνταραν από τα μπαλκόνια τους. Κοίταξα τη γάτα μου και μου ανταπέδωσε το βλέμμα ανοιγοκλείνοντας τα βλέφαρα της. Προσπάθησα να αφουγκραστώ λίγη από τη σοφία της, κάτι από την απαλλαγμένη από νευρώσεις αγνότητα της, μια υποψία συναισθηματικής ανεξαρτησίας που όριζε την ατόφια ευδαιμονία της. Πήγα στο κουζινάκι άνοιξα την κονσέρβα της και την τάισα…

Κυριακή 13 Ιουλίου 2025

Δημήτρης Χατζηκωνσταντίνου: Τρία ποιήματα για τη Γάζα

Απόψε να γυρίσεις
Αυτοί με όπλα
Εμείς με πέτρες
Που χουν πάνω χαραγμένο
το δίκιο μας
Αυτοί να φοβούνται
τους μώλωπες
Κι εμείς με τις ματωμένες
μας τρύπες
σαν τίτλους τιμητικούς
της ιστορίας απονομή
Μόνο φοβούμενοι το χαστούκι
της μάνας
που παίξαμε με λάσπες κι αίματα
Μα ύστερα δεν είναι αυτή
που στο μνήμα του Γασσάν
έχυνε δάκρυα θρήνου
μα πιο πολύ περηφάνιας;
Αυτοί με τα όπλα
Κι εμείς με τις πέτρες
που χουν πάνω τους χαραγμένο
το δίκιο και τη μητρική στοργή:
«Απόψε να γυρίσεις, Γασσάν,
σ' αγαπώ.»
Ολοκαύτωμα της Ράφα
με ακλόνητο βλέμμα
γυμνοί γεννήθηκαν στη γη
σκόρπισαν γενιές σαν στάχτες
περιφρονούν
μάτια διατρυπούν
τη σιδερένια κατοχή
γδυτοί αντάρτες
Μπλακάουτ
Σωστή πλευρά της προϊστορίας,
δεν πίπτει λόγος
πίπτει βία.
Εμπρός! στης Γάζας τα σφαγεία.

Δευτέρα 23 Δεκεμβρίου 2024

Ο βόθρος του ΟΣΔΕΛ αναδιανέμει το παράνομο χρήμα...

Όπως είχαμε ξαναπεί αν εντρυφήσεις αρκετά στο θαυμαστό κόσμο του βιβλίου θα καταλάβεις πως δεν έχεις να κάνεις με απλά βόθρο αλλά ολόκληρο το αποχετευτικό σύστημα του Μπαγκλαντές.
Μικρή λοιπόν εντύπωση μας προκαλεί πως ο ΟΣΔΕΛ δίνει χρηματικό έπαθλο σε δύο βιβλία βραβευμένα από...την Εταιρεία Συγγραφεών. Αν αναλογιστεί κανείς πως ο συγκεκριμένος φορέας έχει καταχραστεί δημόσιο χρήμα μέσω αδιαφανών επιδοτήσεων γίνεται εμφανές πως αυτό ανακυκλώνεται στον θαυμαστό χώρο του Βιβλίου..
Για τον συγκεκριμένο βέβαια ΑΕΠΙ του βιβλίου αυτά είναι ψίχουλα μπροστά σε μεγαλύτερα σκάνδαλα αλλά και σκόρπισμα λεφτών με τη σέσουλα σε λαμόγια και παρατρεχάμενους, την ώρα που ένας συγγραφέας πρέπει να στηθεί στην ουρά για να διεκδικήσει πέντε και δέκα ευρώ.
Εννοείται πως όποιος εκχωρεί δικαιώματα σε τέτοιους παρασιτικούς οργανισμούς είναι άξιος της μοίρας του, εναλλακτικά πάντως τώρα που έρχονται Χριστούγεννα μπορεί να στολίσει τα γραφεία του με φανταχτερά χρώματα κάνοντας έτσι και μια καλή πράξη...

Κυριακή 22 Δεκεμβρίου 2024

Η επικίνδυνη γραφικότητα του Ξενάκη

Κάποτε ο πολύ καλός κωμικός Μάκης Παπασημακόπουλος είχε δηλώσει σε συνέντευξη του, «Όσο πιο περίπλοκη είναι η εποχή μας, τόσο πιο εύκολες λύσεις ζητάμε». Πράγματι, η τάση για εύκολες, μασημένες συνταγές ταιριάζει απόλυτα στον σύγχρονο άνθρωπο που μέσα στα κουτάκια που ρυθμίζει την καθημερινότητα του ζητάει και ένα εγχειρίδιο «αυτοβελτίωσης» για να τρέφει την ψευδαίσθηση μιας ανώδυνης ψυχοθεραπείας.
Η ψυχοθεραπεία ωστόσο δεν είναι ποτέ ανώδυνη και οι έτοιμες λύσεις συχνά μπορούν να αποβούν επικίνδυνες, τόσο για την αντιληπτική ανάπτυξη του ανθρώπου όσο- κυρίως- για τη διαχείριση των προβλημάτων του. Το ανησυχητικό πάντως είναι πως ο τσαρλατανισμός ανεκδιήγητων τύπων όπως ο Ξενάκης βρίσκει μιμητές, και γιατί όχι άλλωστε αφού τα εκδοτικά παραμαγάζα πετάνε τη σκούφια τους προκειμένου να ταίσουν το προβατοποιημένο κοινό φρέσκο σανό….
Νέα φρούτα ξεφυτρώνουν με νέους "μπακαλιάρους" έτοιμα να προωθηθούν από τα κάθε λογής ΑΡΔάκια φυσικά με το αζημίωτο, παρακάτω μπορείτε να διαβάσετε ένα απόσπασμα αγνής συμπυκνωμένης βλακείας από έτερο παρατράγουδο...
Και μπορεί μεταξύ μας να κάνουμε πλάκα και να πιάνουμε την κοιλιά μας από τα γέλια με τις παπαρολογίες του κάθε αυτόκλητου γκουρού αλλά κατά βάθος τα πράγματα δεν είναι καθόλου αστεία, αρκεί κάποιος να ανοίξει την τηλεόραση του παρακολουθόντας το βραδινό δελτίο ειδήσεων για να διαπιστώσει τις παθογένειες μιας κοινωνίας που βουλιάζει- παρά τους τεχνολογικούς άθλους της- στην παρακμή. Είπαμε, δύσκολη και περίπλοκη η εποχή, σίγουρα οι ενδεδειγμένες λύσεις δεν είναι αυτές που προσφέρονται...

Δευτέρα 9 Δεκεμβρίου 2024

Το ξεστοκάρισμα των ευπώλητων και των βασιλιάδων: η περίπτωση Ντάνου

Συμβαίνει συχνά να βλέπουμε μέσα σε σούπερ-μάρκετ και σε πολυκαταστήματα, ειδικά σε παιχνιδάδικα όπως το Jumbo, τίτλους σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές. Το φαινόμενο είναι γνώριμο και δεν είναι πραγματικά τίποτα το καινούργιο. Ανάμεσα σε αυτούς τους τίτλους είναι ωστόσο και «συγγραφείς των 100 χιλιάδων αντιτύπων» ή άλλοι που προμοτάρονται και μαρκετάρονται ανελέητα –και παρ’ αξίαν, φυσικά- ως σταρ του τάδε και του δείνα είδους γραφής. Έχουμε δει λοιπόν όχι μόνο τα βιβλία των «βασιλιάδων» και των «βασιλισσών» της ποπ γραφής να διατίθενται σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές αλλά να… μην πωλούνται ούτε και σε αυτές. Ένα πιο ακραίο παράδειγμα ήταν αυτό του Ντάνου ή, κατά κόσμον, Γιώργου Αγγελόπουλου, ο οποίος υπήρξε νικητής της reality σειράς «Survivor». Σε πολύ γνωστή αλυσίδα πολυκαταστήματος που διαθέτει και βιβλία και όπου διάφοροι ποπ σταρ του βιβλίου συνηθίζουν να κάνουν εκδηλώσεις, το βιβλίο του Ντάνου πωλούνταν εν όψει Black Friday, 5-6 χρόνια μετά την κυκλοφορία του, στην τιμή του 1 ευρώ!
Αναδρομή στο Φλεβάρη του 2019: το βιβλίο του Ντάνου έχει παρουσιαστεί στη Θεσσαλονίκη στον κάποτε ποιοτικό (και κάποτε «αριστερό») Ιανό, ενώ στην Αθήνα στην Εκδοτική Αθηνών. Οι λάιφ-στάιλ –και άλλες, «σοβαρότερες»- εκπομπές που καλύπτουν το γεγονός βγαίνουν με τίτλους όπως: «Ουρές μέσα στο κρύο από πλήθος για το βιβλίο του Ντάνου» (Αρτ, 27/02/19)! Πώς λοιπόν από κει που ο Ντάνος πήγαινε για μπεστ-σέλλερ κατέληξε στον πάγκο με τα μονόευρα; Αυτό ας το αναρωτηθεί ο κάθε αναγνώστης. Εμείς θα πούμε ένα πράγμα, συμπληρωματικά: δεν είναι μόνο τα συστημικά πολιτικά κόμματα που διαθέτουν πούλμαν, για να μετακινούν τους… οπαδούς και τα στελέχη τους από πόλη σε πόλη.
Κάπου εδώ πρέπει να προκύψει κι ένα επιμύθιο: μας φταίει άραγε η συγγραφική φιλοδοξία Ντάνου ή μας φταίει η υπερπροβολή του κάθε Ντάνου από χίλια μέσα; Μας φταίνε οι αφηγήσεις του κάθε Ντάνου ή μας φταίνε όλοι οι… wannabe Ντάνοι; Γιατί, ας είμαστε ειλικρινείς: όλοι σχεδόν οι σκανδαλωδώς υπερπροβεβλημένοι, όλα αυτά τα άδεια ασκιά που έχουν γεμίσει με τον αέρα της αλαζονείας, έχουν στο μυαλό τους το ίδιο πράγμα: να βρουν τον τρόπο, ώστε να βγάλουν βραχυπρόθεσμα κέρδη. Να κάνουν την αρπαχτή, σε χρήμα και σε πρόσκαιρη δόξα.
Η περίπτωση λοιπόν είναι αντίστοιχη με της Τζούλιας Αλεξανδράτου: δεν μπορούμε να κατηγορούμε ένα (ελαφρόμυαλο έστω και αφόρητα νεοπλουτίστικης νοοτροπίας) άτομο για την επιλογή του να περάσει στη βιομηχανία της πορνογραφίας, όταν η μισή ελληνική κοινωνία διαπνέεται από το όραμα της… αυτό-εκπόρνευσης στο βωμό της εφήμερης δόξας και χλιδής ή, όταν, όπως έλεγε ο Μανώλης Ρασούλης, που ήταν αθυρόστομος αλλά φοβερά εύστοχος, «το πρότυπο του μεταδικτατορικού ρωμιού είναι ο γαμ*ω», που έκανε «την πιο ωραία και ιστορική χώρα ένα ατελείωτο γραψαρχ***στάν».
Το πρόβλημα λοιπόν είναι πολύ βαθύτερο από μερικούς ανεγκέφαλους που εκστασιάζονται με τα πονήματα των ντάνων- και οι λύσεις προφανώς επίσης…

Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2024

ΤΑ ΒΗΜΑΤΑ (ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΤΡΙΑΝΤΗΣ)

Ένα νέο έτος ετοιμάζεται να ‘ρθει και διάφοροι επιστήμονες (μελλοντολόγοι) και πολιτικολογούντες προλέγουν μεγάλες ανακατατάξεις. Άλλοι βλέπουν ορατούς (πυρηνικούς) κινδύνους και άλλοι μυστικούς κλιματολογικούς ιούς, με χρώματα επενδυμένους (το μαύρο είναι το κυρίαρχο χρώμα). Αρκετοί είναι αυτοί που διακρίνουν σοβαρές κινήσεις προσωπικοτήτων και πρώην προέδρων (μεγάλων χωρών και οργανισμών) που θα φέρουν την παγκόσμια συμφιλίωση και την κορύφωση της καλλιτεχνικής δημιουργίας, στον αυτοαποκαλούμενο δυτικό μας κόσμο (τουλάχιστον). Έχουν και οι αγορές το μερίδιο τους στην προώθηση της παγκόσμιας ευτυχίας. Κάτι τέτοιο κατοχυρώνεται και από τις οικουμενικές διακηρύξεις, που τυχαίνουν μεγάλης αποδοχής σε όλες τις γωνιές της ανθρωπότητας. Γίνονται και πράγματα, εξατομικευμένα και συλλογικά. Οι ευαίσθητοι άνθρωποι αρχίζουν να τρέχουν πίσω από επαναστατικά εσώρουχα και εξαιτίας της ταχύτητας αυτής, αφήνουν τον θάνατο να αλωνίζει σε άλλα μέρη, μακρινά και μη μετρήσιμα.
Το 2018 δεν δόθηκε το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Αλλά το 2024 προτάθηκε για το βραβείο μέχρι κι η Έρση Σωτηροπούλου, στοιχηματικά, αξιολογικά και ιδεολογικά. Υπάρχει λοιπόν, έδαφος για γενική και ειδική καλλιέργεια. Αδιαφορώ για όλα αυτά τα τεκταινόμενα και τις ευκαιρίες ζωής (καλλιτεχνικής και προοδευτικής), όπως θα έλεγε και ο Στιβ Τζομπς. Μου φαίνεται πως βρίσκομαι σ’ ένα βούρκο και δεν κάνω τίποτα άλλο, παρά να τον διασχίζω – επαναληπτικά και ολίγον ασυντόνιστα. Χώνομαι βαθιά μέσα του και μένω εκεί, μέχρι να αισθανθώ τις λάσπες σαν κομμάτι της ψυχής μου. Ό,τι διαδρομή σχεδιάζω, θα ‘χει την αστάθεια ως πρόσημο, το οριστικό τέλος των ψευδαισθήσεων περί δικαιοσύνης και ερωτικής αρμονίας. Εγωιστικές επισημάνσεις, μα εμβολιάζονται απ’ τις βέβηλες εικόνες της πραγματικότητας. Βαριά τα βήματά μου, σαν να φορώ στενά χάλκινα παπούτσια. Και τα τακούνια είναι από σίδερο. Μαζί μου είναι και άλλοι χαλκοφορούντες (μη ανήκοντες στο χάλκειον γένος του Ησίοδου), εκατομμύρια, έξω από γραμμές και ρίμες, μπροστά στο νέο έτος.