Παρασκευή 21 Ιουνίου 2024
Ο Μαρής που ξιπάζει τους μικροαστούς και άλλες ιστορίες
Ο Μίλτος Σαχτούρης σήμερα λογίζεται ένας από τους κορυφαίους Νεοέλληνες
λογοτέχνες. Ποιήματά του διδάσκονται στο σχολείο εδώ και κάποιες δεκαετίες, ενώ
και πανεπιστημιακοί –όπως ο Μαρωνίτης- τα χρησιμοποιούσαν στις εξετάσεις στις
φιλολογικές σχολές. Ο Γιάννης Σπανός, ο Ξενάκης, ο Γιώργος Ανδρέου και άλλοι
συνθέτες τον μελοποίησαν. Ένα δείγμα του ήθους του: δε δεχόταν το κρατικό
βραβείο –τότε που αυτά τα πράματα σήμαιναν κάτι- για τη συλλογή του
«Εκτοπλάσματα» το 1987. Ήτανε η ίδια η Μελίνα Μερκούρη που τον είχε
παρακαλέσει κατ’ ιδίαν και τότε μόνο δέχτηκε να το παραλάβει. Ο ίδιος άλλωστε
έλεγε πάντα ότι έγραφε λόγω του μεγάλου πάθους που είχε και ότι αψηφούσε τις
κριτικές.
Χαρακτηριστικό: οι πρώτες (αρκετές) συλλογές του Σαχτούρη πούλησαν μονοψήφιο
αριθμό αντιτύπων- η πιο ευπώλητη συλλογή του, «Με το πρόσωπο στον τοίχο»
(θυμηθείτε το ποίημα «Αποκριά», που διδάσκεται στα σχολεία), πούλησε, όπως ο
ίδιος έλεγε στις συνεντεύξεις του, 5 αντίτυπα! Σε ένα ποίημα λοιπόν από τη συλλογή
αυτή, με τίτλο «Η σκηνή», υπάρχουν οι εξής στίχοι:
Σπάγκοι διέσχιζαν το δωμάτιο απ’ όλες
τις πλευρές
δε θα ‘ταν φρόνιμο κανείς
να τους τραβήξει
ένας από τους σπάγκους έσπρωχνε τα σώματα
στον έρωτα
Η δυστυχία απ’ έξω
έγδερνε τις πόρτες
Ένας γνωστός κριτικός λογοτεχνίας (το όνομά του μου διαφεύγει) είχε διερωτηθεί
αργότερα, εάν αυτοί οι σπάγκοι έχουν κάποια άλλη λειτουργία παρά να «ξιπάζουν
τους αστούς» (sic). Ο ποιητής, σε συνέντευξή του, είχε εκφράσει την απορία του για
τη… διαστημική αυτή κριτική, που έπεφτε βέβαια μίλια μακριά εκτός του νοήματος
και του βιώματος –και του συμβολισμού- του έργου.
Ανάλογα μας συνέβη διαβάζοντας την κριτική ενός πολύ γνωστού συγγραφέα και
κριτικού μυθοπλασίας εγκλήματος –το όνομα δεν έχει σημασία, δεν
προσωποληπτούμε εδώ- ο οποίος γράφει για το Γιάννη Μαρή τα εξής (αντιγράφω
από το «αυτάκι» του βιβλίου από τη σειρά της «Άγρας»): «Ο Μαρής γράφει ερωτικά
θρίλλερ, κατά βάθος σεμνότυφα και ηδονοβλεπτικά. (…) Αν ήθελα να συνοψίσω τον
Γιάννη Μαρή, θα έλεγα πως σχημάτισε (…) ένα σταυρόλεξο ή ένα θέατρο σκιών που
εκθέτει, αποκαλύπτει αλλά και ικανοποιεί στο έπακρο τις ανομολόγητες
ηδονοβλεπτικές ορέξεις και τις μικροαστικές εμμονές της εποχής του γύρω από τον
πλουτισμό, την ανδροπρέπεια και το σεξ».
Αν κανείς διαβάσει στα σοβαρά αυτή τη… «σύνοψη», τότε θα περιμένει ότι ο Γιάννης
Μαρής έγραφε κάτι σαν τις «50 αποχρώσεις του γκρι» ή το «βασικό ένστικτο». Από
όλα όμως τα πολλά βιβλία του που έχω διαβάσει ως τώρα, ειλικρινά δεν έχω
μπορέσει να διακρίνω κάτι παρόμοιο. Η αλήθεια είναι πως σε ένα από τα
γνωστότερα βιβλία του, το «Θάνατο του Τιμόθεου Κώνστα», περιγράφονται τολμηρές
σεξουαλικές σκηνές, που κόπηκαν -λόγω κατάλληλης διασκευής της πλοκής- ακόμη
και τη δεκαετία του ’80, όταν μεταφέρθηκε στην κρατική τηλεόραση σε τηλεοπτική
σειρά με τη Ντενίση. Ακόμα και σε μερικά άλλα, υπάρχουν σκηνές «σωματικού
έρωτα», που πολύ πιθανόν για την εποχή να μην ήταν συχνές στη βιβλιοπαραγωγή.
Ωστόσο, ειλικρινά, αν υπάρχει τόσο έντονη αυτή η… ηδονοβλεπτική διάθεση, αυτή
μας διαφεύγει πλήρως. Αν το καλοσκεφτούμε, ο Μαρής παρουσιάζει στα βιβλία του
αυτά μια εκδοχή της «φεμ φατάλ» που ήταν γνωστή από τους σκληρούς «χαρντ-
μποϊλάδες» της εποχής: π.χ., από τον «Μεγάλο Ύπνο» του Ρέιμοντ Τσάντλερ.
Όπως παρουσιάζει δηλαδή ανδρείκελα και άντρες ανάξιους, ανθρωπάκια και
καθάρματα, έτσι μας εκθέτει και τη διαβολογυναίκα. Πολύ δύσκολα επομένως θα
μπορούσαμε να τον φανταστούμε να επιδοκιμάζει την εμπλοκή των ηρώων του με
παρόμοια πρόσωπα. Αντίθετα, περιγράφει πειστικά την καταστροφή τους.
Είναι γεγονός ότι παρόμοιες κρίσεις έχει κάνει ένας επίσης ικανός και σημαντικός
συγγραφέας, από το χώρο της μαρξιστικής ιστοριογραφίας: ο Γιάννης Κορδάτος! Ο
Κορδάτος λέει για τον Παπαδιαμάντη συγκεκριμένα ότι, λόγω του ότι ήταν
κοσμοκαλόγερος ο ίδιος, συνηθίζει να περιγράφει τολμηρές σκηνές με γυμνά ή
ακόμη και σκηνές με σεξουαλικό περιεχόμενο. Κι αυτό, γιατί ο καημένος δεν ήταν
ένας συνειδητοποιημένος αναχωρητής της κοσμικής ζωής και ταυτόχρονα ένας
γνήσιος μποέμ που «ζούσε στο όνειρό του», ένας «εναλλακτικά θρησκεύων» που
είπαν άλλοι, αλλά ήταν στο βάθος ένας ηδονοβλεψίας που ικανοποιούσε -έτσι
ευτελώς δηλαδή και υποκριτικά- τα πάθη του.
Τέλος πάντων, μέσα απ’ όλα αυτά, μπορούμε να βγάλουμε ένα γενικό συμπέρασμα.
Ξέρουμε όλοι για τους «κριτικούς» του Insta που περιφέρουν απλώς τη χρόνια
απαιδεία τους, με το να βρίσκουν καταπληκτικά τα πονήματα της τρέχουσας ποπ,
ροζ, τρας κ.λπ. κουλτούρας. Αλλά το ότι κάποιος είναι άνθρωπος εγγράμματος και
συγγραφέας ικανός –όπως αναμφισβήτητα υπήρξαν όλοι οι προαναφερόμενοι- δε
σημαίνει απαραίτητα ότι θα κάνει τη σωστή κριτική. Αντίθετα, με τις κριτικές του
μπορεί να κινδυνεύεις να… καραφλιάσεις εντελώς κι αυτό οφείλεται στο ότι μπορεί
να βλέπει σταθερά, ανεξαρτήτως γραμματικής παιδείας, τα πράγματα στρεβλά. Να
μυωπάζει μπροστά στην πραγματικότητα και σε αυτήν να προβάλλει προκαταλήψεις
που έχει περί πολλού και κλισέ.
Αν κάτι είναι γενικά επομένως ζητούμενο, είναι η οξυδερκής ματιά: το καθαρό βλέμμα
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου