Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2024

Κεφάλαιο δεύτερο

2
Η Ασπιώτη μας υποδέχεται με ένα κόκκινο εφαρμοστό φόρεμα συνοικιακής βιοτεχνίας, ίσως αγορασμένο από τα κινέζικα μικρομάγαζα που αφθονούν στη γειτονιά της, έχει χοντρούς βραχίονες, βαθύ ντεκολτέ και μπούτια διάστικτα από κιρσούς και κυτταρίτιδα που ασφυκτιούν μέσα στο διάφανο καλσόν της, οπωσδήποτε το ένδυμα δεν την κολακεύει, αλλά αυτό ελάχιστα δείχνει να την απασχολεί. Το πρόσωπο της είναι σπασμένο, το μαλλί της βαμμένο σε μια ξέθωρη κεραμιδί απόχρωση και μόνο τα βαθυγάλανα μάτια της προσδίδουν μια δειλή, ανεπαίσθητη λάμψη στην όλη εμφάνιση.
«Σας ευχαριστούμε που μας δεχτήκατε»
Της λέω ενώ μας κατευθύνει στο καθιστικό, βολευόμαστε σε έναν παραμελημένο καναπέ διακοσμημένο με σεμεδάκι καθώς η ίδια βολεύεται αντικριστά μας, αρνούμαι ευγενικά τον καφέ που μου προσφέρει αρκούμενος σε ένα ποτήρι νερό.
«Μπορείτε να φανταστείτε ποιος μπορεί να κρύβεται πίσω από τη δολοφονία του συντρόφου σας;»
Μπαίνω κατευθείαν στο ψητό πίνοντας μια γουλιά.
«Τι να σας πω, τα έχω και ‘γω χαμένα»
«Γνωρίζω ότι ήσασταν και οι δύο μέλη της Χρυσής Ρούνας»
«Μάλιστα και δεν βρίσκω τίποτα κακό σε αυτό, έχουμε γεμίσει λαθροεισβολείς που μας παίρνουν τις δουλειές και βιάζουν τα παιδιά μας!» Είναι η πρώτη φορά που η έκφραση της ξυπνάει από τη χαύνωση γεμίζοντας θυμό, το μίσος φαντάζει το ιδανικότερο υποκατάστατο της αποτυχίας, μόνο που το παραμελημένο παρουσιαστικό της υποδηλώνει μια ολόκληρη μελέτη πάνω της, δεν έχω έρθει ωστόσο εδώ για να κρίνω τις ιδέες της. Της το ξεκαθαρίζω για να προχωρήσουμε παρακάτω χωρίς χρονοτριβές.
«Οι πρώτες ενδείξεις μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το έγκλημα έγινε για προσωπικές ή ιδεολογικές διαφορές. Γνωρίζετε κάποιο άτομο με το οποίο ο φίλος σας είχε προστριβές τελευταία»
«Τελευταία όχι, όμως…»
«Πείτε μου»
Την παροτρύνω διακρίνοντας το δισταγμό της.
«Πριν από μερικά χρόνια, στο παλαιό Εφετείο, η οργάνωση είχε επιτεθεί σε μετανάστες που στεγάζονταν παράνομα εκεί, ένα υψηλόβαθμο μέλος της, που αργότερα θα γινόταν βουλευτής, είχε τραυματίσει σοβαρά με μαχαίρι κάποιον από αυτούς, στις έρευνες που διεξήχθησαν χρέωσαν το περιστατικό στον Σταύρο, ο συγκεκριμένος διατηρούσε πολύ καλές σχέσεις με τον διευθυντή του τμήματος Ομονοίας, επιπλέον πίεσαν τον Σταύρο να αποδεχτεί τις κατηγορίες με αντάλλαγμα ένα μεγάλο χρηματικό ποσό από το ταμείο της οργάνωσης, δεν του το έδωσαν ποτέ» «Κι όμως συνέχισε να είναι μέλος της»
«Ήταν πάντα πιστός στις ιδέες του, είχε περηφάνια, υπήρχε ένας άτυπος κώδικας στους κόλπους της οργάνωσης που έλεγε ότι πρέπει πάντα να δέχεσαι και να υπακούς τις εντολές των ανωτέρων σου. Αυτό έκανε και δεν το μετάνιωσε».
Η τελευταία επισήμανση μου φαίνεται κάπως οξύμωρη με τον «αμετανόητο» σύντροφο της να βλέπει τα ραδίκια ανάποδα, αποφεύγω να θίξω το θέμα ωστόσο επιχειρώντας να εστιάσω στα αυστηρώς ουσιώδη.
«Μπορώ να έχω το όνομα του συγκεκριμένου ανθρώπου;»
*
Δεν υπάρχει τίποτα να σε κρατήσει σε αυτό το κωλοχανείο αναλογίζομαι καθώς αφήνουμε πίσω τη Μάνδρα. Λίθοι, πλίνθοι κέραμοι ατάκτως ερριμένοι, μια ρυμοτομική ασυναρτησία με μπαζωμένα φρεάτια και φαγωμένα πεζοδρόμια . Καθώς πιάνουμε Αττική Οδό δυναμώνω την ένταση του ραδιοφώνου για να πληροφορηθώ τα αποτελέσματα.
«Δεν στο λεγα ότι η Ουντινέζε θα φέρει άσσο!»
Μου λέει κομπάζοντας ο Ηλιάδης πετώντας το τσιγάρο από το παράθυρο. Τον θυμάμαι όταν πρωτοδουλέψαμε μαζί, σε εκείνη την υπόθεση της δολοφονίας του φοιτητή στην Πανεπιστημιούπολη, μετρημένο και λιγομίλητο αλλά πάντα σχολαστικό και σοβαρό. Τώρα έχουμε φτάσει στο σημείο να μου κάνει και υποδείξεις το ζωντόβολο.
«Πάντα η ίδια ιστορία, κάνουν τις βρομοδουλειές τους και ύστερα βάζουν τα μικρά ψάρια να θυσιαστούν για πάρτη τους, θυμάσαι τον ξυλοδαρμό του Καραλή πριν δεκαπέντε χρόνια έξω απ’ τη Ευέλπιδών, τα ίδια είχαν κάνει και τότε. Το πιο θλιβερό είναι πως μιλάνε για «Τιμή» και με την πρώτη ευκαιρία την κάνουν κουρελόχαρτο»
Νιώθω τα χέρια μου καθώς μιλάω να κρατάνε όλο και πιο σφιχτά το τιμόνι, η συνάντηση με την Ασπίωτη μου έχει κληροδοτήσει έναν ανεξήγητο εκνευρισμό, δυσκολεύομαι να καταπιώ όλο αυτό το αντιαισθητικό πακέτο που το περιτυλίγουν με ανορθόγραφες κορόνες περί φιλοπατρίας. Πάνω στον οίστρο μου ούτε που παίρνω πρέφα τον Ηλιάδη καθώς ανταποκρίνεται στην κλήση του υπηρεσιακού του κινητού.
«Δεν θα το πιστέψεις»
Γυρίζει και μου λέει.
«Τι;»
«Έχουμε και άλλο φόνο!»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου