Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2024
Κεφάλαιο έβδομο
7
«Νομίζω ότι πρέπει να συναντηθούμε το συντομότερο δυνατόν»
Η φωνή του Ευθυμίου βγάζει έξαψη και αγωνία, δεν χρειάζεται να μου πει κάτι περισσότερο ώστε να αντιληφθώ την σοβαρότητα της κατάστασης, σηκώνω το τζάκετ από τον καλόγερο και ξεκινώ για την τρώγλη του. Με υποδέχεται αλαφιασμένος και χωρίς δεύτερη κουβέντα με κατευθύνει στο γραφείο του.
«Θαρρώ ότι αυτό πρέπει να το δείτε, μου το έστειλε άγνωστος αποστολέας σήμερα το πρωί»
Πατάει το play και στην οθόνη ξετυλίγεται το ερασιτεχνικό βίντεο, πλάνα από μια συναυλία της οργάνωσης σε κάποιο παρακμιακό υπόγειο, τίποτα το αξιοπερίεργο πέρα από ξυρισμένα ούγκανα που χαιρετούν ναζιστικά επιδιδόμενα στο γνωστό «μπυρόξυλο» απέναντι από έναν τραγουδιστη που υμνεί παράφωνα την άρεια φυλή και σκυλεύει τη μνήμη του Βίζενταλ.
«Περιμένετε, έχει και συνέχεια»
Σπεύδει να με πληροφορήσει αντιλαμβανόμενος την απογοήτευση μου. Η κάμερα εγκαταλείπει τη σκηνή ακολουθώντας τρεις ημίγυμνους άντρες καθώς κινούνται προς τα αποχωρητήρια, ο ένας είναι ξεκάθαρα ο Κασιδώκωστας, οι άλλοι δύο διαθέτουν τεράστια σωματοδομή, μεγάλες τριχωτές κοιλιές και τατουάζ του κέλτικου σταυρού στα μπράτσα.
Η πόρτα της τουαλέτας ανοίγει και οι τρεις τους εισέρχονται, σε εμφανή κατάσταση μέθης, μέσα. Το επόμενο πλάνο είναι αυτό που δικαιολογημένα έχει προκαλέσει το σοκ στον Ευθυμίου. Ο Κασσιδώκωστας κατεβάζει το παντελόνι του ενός εκ των δύο και σκύβει στα γόνατα πέρνωντας το μόριο του στο στόμα. Ο τρίτος παρακολουθεί με βλέμμα λαγνείας τη σκηνή με το πουλί στο χέρι. «Κλείσε την κάμερα ρε μαλάκα» ακούγεται ξαφνικά η φωνή του και το βίντεο κόβεται.
«Δεν μου κάνει εντύπωση»
Γυρίζω και λέω στον Ευθυμίου,
«Η ομοφυλοφιλία είναι έκδηλη στις τάξεις αυτών των οργανώσεων, θυμηθείτε τον Έρνστ Ρεμ των ναζιστικών ταγμάτων θανάτου ή πιο πρόσφατα την περίπτωση του Γιόργκ Χάιντερ. Άλλωστε παρά το προφίλ του «γόη» που έβγαζε προς τα έξω ο Κασιδόκωστας υπήρχαν έντονες φήμες σχετικά με την ομοφυλοφιλία του…»
Τον βλέπω να επιβραβεύει την αναφορά μου με ένα αχνό χαμόγελο.
«Σίγουρα, αλλά όπως και να χει η εικόνα είναι ισχυρότερη από κάθε εικασία ή φήμη, η διαρροή αυτού του υλικού θα σημάνει την πλήρη απομυθοποίηση της «Χρυσής Ρούνας» η οποία καθώς φαίνεται είναι διατεθειμένη να φτάσει στα άκρα προκειμένου να την αποτρέψει, όπως αντιλαμβάνεστε οποιοσδήποτε διαθέτει αυτό που έχω στα χέρια μου καθίσταται αυτομάτως στόχος. Πλέον κινδυνεύει και η δική μου ζωή»
Κλείνει το συλλογισμό του παίρνωντας ξανά στο πρόσωπο το ωχρό χρώμα με το οποίο με είχε υποδεχτεί.
«Τι σκέφτεστε να κάνετε;»
Τον ρωτάω προβληματισμένος.
«Αρχικά να τοποθετήσω το βίντεο σε ασφαλή τραπεζική θυρίδα, κατά δεύτερον να σας δώσω ένα αντίτυπο του δια παν ενδεχόμενο»
«Δεν πέρασε ποτέ από το νου σας να το δημοσιεύσετε»
«Δεν είναι η κατάλληλη στιγμή, ούτε θεωρώ πως θα βοηθούσε την έρευνα σας»
«Στο τελευταίο έχετε δίκιο, αν τα θύματα γνώριζαν κάτι για την ύπαρξη του, τότε έχω έναν απροσδόκητο μπούσουλα για να προχωρήσω στην εξιχνίαση της υπόθεσης. Μπορώ να ξαναδώ το βίντεο από την αρχή»
Το αρχίζει καθώς εστιάζω προσεκτικά στα πρόσωπα του ακροατήριου, ένας στιγμιαίος κόμπος δένεται στο στομάχι καθώς προχωράει.
«Σταματήστε το!»
Παγώνει την εικόνα στο σημειο που το πρόσωπο του Δωματά διακρίνεται αμυδρά.
«Είμαι σίγουρος ότι πρόκειται για το ένα από δύο θύματα, θα χρειαστεί όμως να το δώσω για υψηλότερη ανάλυση στα εργαστήρια, είναι εύκολο να μου φτιάξετε τώρα ένα αντίτυπο»
Το αποθηκεύει σε ένα τσιπάκι και μου το παραδίδει. Καθώς φτάνουμε στην πόρτα για να με ξεπροβοδίσει γυρίζω πάλι προς το μέρος του.
«Πιστεύετε ότι χρειάζεστε κάποιου είδους προστασία. Μπορώ να επιληφθώ του θέματος αν το κρίνετε αναγκαίο»
«Ακολουθήστε με»
Μου λέει και κατευθύνεται ξανά προς το καθιστικό. Ξεκλειδώνει το εβένινο ντουλαπάκι και από μέσα του βγάζει ένα πιστόλι τυλιγμένο σε πανί.
«Τσέχικο ημιαυτόματο VZ.22, λειτουργεί με παλινδρόμηση και δέχεται φυσίγγια των εννιάμιση χιλιοστών με αυτόματη επιβράδυνση στην οπισθοδρόμηση του κλείστρου, έτος κατασκευής 1953, από τα πρώτα που κατασκευάστηκαν στην συγγεκριμένη σειρά. Καλό πιστόλι!»
Με πληροφορεί καθώς το ξετυλίγει χαιδεύοντας με τ’ ακροδάχτυλα την ράχη του. Η πρότερη χλωμάδα έχει υποχωρήσει από το πρόσωπο του και η λάμψη στο βλέμμα έχει επανέλθει. Δεν γνωρίζω αν πρέπει να θορυβηθώ ή να ευφυσηχάσω. Περισότερο με απασχολεί πως θα δουλέψει αυτό το μουσειακό έκθεμα σε περίπτωση που κληθεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του…
*
«Λάτσιο-Μπενεβέντο;»
«Όβερ»
«Δίνει μόνο ένα τριάντα, θές να παίξουμε την μπόμπα της Σασουόλο με την Ρόμα;»
«Μπόμπα» σύμφωνα με τη στοιχηματική ορολογία είναι η έκπληξη που δίνει μεγάλη απόδοση, στην περίπτωση μας δεκαπλασιαμό του ποσού πονταρίσματος. Καταλήγουμε να βάλουμε ένα δεκαράκι έκαστος και στρωνόμαστε στη δουλειά.
Η ανάλυση του βίντεο δείχνει καθαρά το πρόσωπο του Δωματά, πλέον η σύνδεση με την δολοφονία του έχει μεγάλη βάση, αυτό που εξακολουθεί ωστόσο να με βασανίζει είναι η περίπτωση του Ζβήγκου.
«Εχουμε κάποιο νέο για το θύμα;»
Ρωτάω τον Ηλιάδη.
«Άνθρωπος μονήρης και ακοινώνητος. Οι γονείς του σκοτώθηκαν σε αυτοκινητικό πριν μερικά χρόνια, ο μόνος που του είχε μείνει στον κόσμο ήταν η μεγάλη του αδερφή. Κατάφερα να επικοινωνήσω μαζί της σήμερα το πρωί, συμφώνησε να περάσει από τα κεντρικά για να δώσει κατάθεση»
*
Η Χαρά Ζβήγκου είναι μια μικροκαμωμένη κοπέλα, χαμηλού προφίλ με σεμνό, ουδέτερο ντύσιμο χαμηλόβαθμου στελέχους επιχείρησης. Δουλεύει στα εκδοτήρια του ΟΣΑ και χρειάστηκε να εξασφαλίσει ειδική άδεια, έπειτα από δική μου παρέμβαση, για να μας επισκεφτεί.
«Το εκτιμώ ιδιαίτερα»
Της λέω προσφέροντας της ένα κυπελάκι καφέ. Συγκατανεύει χωρίς να μιλήσει αχνομειδιώντας και πλέκοντας τα δάχτυλα της εμφανώς από αμηχανία. Έχει λεπτά χαρακτηριστικά, μικρά μπριμπιλωτά μάτια και σπαστά μαύρα μαλιά που πλαισιώνουν το γωνιώδες πρόσωπο της. Αν δεν έκανε τόσες συνειδητές προσπάθειες να καταπνίξει τη θυληκότητα της θα μπορούσες να την πείς και ωραία κοπέλα, τώρα φαντάζει με γλυκό, συνεσταλμένο κοριτσάκι. Ασυναίσθητα ο νους μου πάει στην Βιβή, την πρώην γραμματέα μας και νυν καλόγρια σε κάποιο ξεχασμένο και απ΄ τον ίδιο τον Θεό μοναστήρι της Αργολίδας.
«Έχετε να μου πείτε κάτι για τον αδερφό σας κυρία Ζβήγκου;»
«Ασφαλώς, αλλά δεν θα ακούσετε τα καλύτερα».
«Δηλαδή;»
«Ο Άρης ήταν πάντα ένα απροσάρμοστο παιδί χωρίς φίλους και κοινωνικό κύκλο. Από το σχολείο ακόμα όλοι σχεδόν τον απέφευγαν. Το παρουσιαστικό του άλλωστε δεν βοηθούσε, ήταν κοντός, βλογιοκομμένος και χτικιάρης. Η μόνη παρηγοριά μας ήταν οι επιδόσεις του στα μαθήματα. Τα έπαιρνε τα γράμματα. Έβγαλε με άνεση το πανεπιστήμιο και βρήκε αμέσως δουλειά με καλές απολαβές. Όμως αυτό δεν τον άλλαξε».
«Τι έχετε να μας πείτε για τις ιδεολογικές του πεποιθήσεις;»
Παίρνει τη σκυτάλη ο Ηλιάδης και την ρωτάει. Την βλέπω να χαμογελάει πικρά χαμηλώνοντας το βλέμμα της.
«Μπορώ να έχω ένα τσιγάρο;»
Γυρίζει το βλέμμα της σε μένα. Τραβάει μια παρατεταμένη ρουφηξιά φυσώντας νωχελικά τον καπνό στο ταβάνι.
«Ο Άρης δεν ήταν ναζί ούτε φασίστας. Γνωρίζω ότι ακούγεται αστείο αλλά είναι αλήθεια. Το μόνο που ήθελε ήταν η αποδοχή. Πήγε σε αυτά τα τομάρια και εκείνα την εξαγόρασαν με την ψήφο και την αφοσίωση του»
«Είχε κάποιους εχθρούς; Συνέβη κάτι αξιοπερίεργο τις τελευταίες μέρες»
Σκύβει και το τοποθετεί το τσιγάρο στην εγκωπή του σταχτοδοχείου δείχνοντας σκεφτική.
«Κάποιος πήρε τηλέφωνο, ρώτησε αν ο Άρης είχε σχέσεις με την «Χρυσή Ρούνα», θόλωσα γιατι με έπιασε απροετοίμαστη, του απάντησα καταφατικά και αμέσως μετά το έκλεισε»
«Πως ακουγόταν η φωνή του, εννοώ ηλικιακά;»
«Σίγουρα άνω των πενήντα, είμαι απόλυτα σίγουρη καθώς την θυμάμαι καθαρά»
Ανεβαίνουμε με τον Ηλιάδη στον πέμπτο και κατευθυνόμαστε προς το γραφείο.
«Σκέφτομαι να έχω μια κουβεντούλα με το καθίκι τον Κασιδώκωστα»
Γυρίζω και του λέω.
«Θα του αναφέρεις και το βίντεο;»
«Αναλόγως πως θα εξελιχθεί, το ζήτημα είναι να μην αντιληφθεί τον κρυφό άσσο μέχρι να είναι πολύ αργά για εκείνον. Πάρε ένα τηλέφωνο τον διοικητή των φυλακών και πες του να μου κανονίσει μια συνάντηση μαζί του».
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου