Αρδάκια στο ίσιωμα.

Προφανώς θα ήταν άδικο και υπερβολικό να αποδώσουμε τον μεσαίωνα των Ελληνικών Γραμμάτων σε μια κατηγορία που αποτελεί την τελευταία τρύπα της φλογέρας. Άλλωστε η συνθήκη είναι υποτιμητική από μόνη της, το να κυλιέσαι στο βούρκο με τα σκατά και να σε μπουκώνουν με χαρτονομίσματα για μια αγιογραφία, να περιφέρεσαι σε σουαρέ και «λογοτεχνικές βραδιές» για να γλύψεις κώλους, να εκθειάζεις παιδόφιλους, λογοκλόπους και κοπρίτες σε κατατάσσει όχι απλά στο χειρότερο ανθρώπινο υποείδος αλλά το τελευταίο σκαλοπάτι του πάτου.
Όπως και να χει ωστόσο τα ΑΡΔάκια (δεν αναφέρουμε τη λέξη δημοσιογράφος, κριτικός ή οτιδήποτε άλλο αποτελεί λειτούργημα με το οποίο ουδεμία σχέση έχουν) είναι «απαραίτητα» για τα Ελληνικά γράμματα, κυρίως για τα γρανάζια εκείνου του μηχανισμού που αποθεώνει μετριότητες, αποκαθιστά επιτήδειους, νομιμοποιεί βίζιτες, παραδίδει «βραβεία» και φύκια για μεταξωτές κορδέλες...
Τα είχαν πει άνθρωποι με πολύ μεγαλύτερο βάρος πριν από εμάς. Από τον Χριστιανόπουλο μέχρι τον Καρυωτάκη, με τη διαφορά ότι ακόμα και τότε υπήρχαν πέννες που ανέρχονταν αξιοκρατικά ακόμα και αν τα social media δεν βρίσκονταν καν στα σπάργανα. Γιατί; Διότι υπήρχαν, μέσα στο βούρκο και τη μετεξέλιξη της εκδοτικής και λογοτεχνικής μούργας, άνθρωποι που πραγματικά αγαπούσαν το βιβλίο, γνώριζαν το αντικείμενο, διέθεταν κριτικό πνεύμα. Βρίσκονταν εν ολίγοις στον αντίποδα των ανάξιων και αστοιχείωτων γόνων που διαφεντεύουν τα εκδοτικά πράγματα στις μέρες μας.
Οι εποχές προφανώς έχουν αλλάξει αλλά τουλάχιστον στην Ελλάδα το να είσαι ΑΡΔ κατρακυλά σε όλο και πιο χαμηλά επίπεδα αξιοπρέπειας, φερεγγυότητας και αξιοπιστίας. Κυρίως δε η τελευταία όχι απλά είναι ανύπαρκτη αλλά προκαλεί το γέλωτα ακόμα και σε απλούς αναγνώστες που πονηρεύονται σε κάθε σημαδεμένη συνέντευξη, κάθε χαλκευμένη λίστα ευπώλητων, κάθε αργυρώνητη υπερβολή. Όμως όπως αναφέραμε και στην εισαγωγή εδώ δεν μιλάμε για την αιτία αλλά το σύμπτωμα…

Σχόλια